Ο νόμος δεν ενθαρρύνει κακοπληρωτές. Δίνει μια δεύτερη ευκαιρία στους υπερχρεωμένους πολίτες, που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία εξόφλησης των χρεών τους, να κάνουν ένα νέο οικονομικό ξεκίνημα, χωρίς τα δυσβάστακτα βάρη των χρεών που τους οδηγούν στο περιθώριο.Αυτό τονίζει στη “ΜτΚ” ο γενικός γραμματέας καταναλωτή Δημήτρης Σπυράκος. Στο νόμο εμπίπτουν μόνο αυτοί που δεν έχουν, με βάση τα εισοδήματα που έχουν ή προσδοκούν, τη δυνατότητα εξόφλησης των χρεών τους, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν αποτελεί τη “χρυσή ευκαιρία” για τους κακοπληρωτές να απαλλαγούν από τα χρέη τους χωρίς κόστος.
Της Σοφίας Χριστοφορίδου
christoforidou@makthes.gr
Το προηγούμενο διάστημα ο κόσμος ξανοίχτηκε με δάνεια και πιστωτικές κάρτες. Τώρα και λόγω κρίσης αντιμετωπίζει πρόσθετα βάρη. Εκτιμάτε ότι οι δανειολήπτες θα συρρεύσουν προκειμένου να ενταχθούν στη ρύθμιση;
Είναι δεκάδες χιλιάδες οι δανειολήπτες που μπορούν να αξιοποιήσουν τις ρυθμίσεις του νέου νόμου. Πληρώνουμε τώρα τις συνέπειες μίας αλόγιστης πιστωτικής επέκτασης τα προηγούμενα χρόνια. Η νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Οικονομίας ναι μεν αφορά μόνον αυτούς που είναι σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, αλλά οι περιπτώσεις αυτές δεν είναι λίγες. Αφορά όλα τα φυσικά πρόσωπα με εξαίρεση τους εμπόρους, οι οποίοι μπορούν όμως να αξιοποιήσουν τη διαδικασία του πτωχευτικού κώδικα. Δεν υπάγονται στη ρύθμιση όσοι έχουν πρόσκαιρη αδυναμία – αν κάποιος δηλαδή είναι προσωρινά άνεργος, δεν είναι σε μόνιμη αδυναμία, μπορεί να συμφωνήσει μία ρύθμιση με την τράπεζά του για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Οι τράπεζες θα διευκολύνουν πλέον αυτές τις περιπτώσεις προκειμένου να μην συσσωρεύονται χρέη και περιέρχεται ο δανειολήπτης σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας. Αν το εισόδημά του είναι δεδομένο, δεν επαρκεί, δεν προσφέρει προοπτική βελτίωσής, τότε μπορεί να ενταχθεί στη ρύθμιση.
Δημιουργείται η εντύπωση ότι κάποιος που έχει οφειλές μπορεί να μην τις τακτοποιεί, ακριβώς για να ενταχθεί στη συγκεκριμένη ρύθμιση…
Αυτό είναι εντελώς εσφαλμένο. Ο νόμος αποκλείει ρητά τη δόλια αδυναμία πληρωμής. Αν κάποιος δεν πληρώνει σκοπίμως, ενώ έχει τη δυνατότητα, προκειμένου να αυξηθούν οι υποχρεώσεις του, και να εκμεταλλευτεί το νόμο, δεν θα υπαχθεί σε αυτόν. Πρέπει η αδυναμία να μην είναι αποτέλεσμα δόλιας συμπεριφοράς, αλλά να υπάρχει καλόπιστη διάθεση από τον δανειολήπτη να ανταποκριθεί στα χρέη πλην όμως τα εισοδήματά του πράγματι να μην επαρκούν.
Μήπως δίνοντας “συγχωροχάρτι” σε σπάταλους καταναλωτές δημιουργείται κουλτούρα υπερχρέωσης;
Το πρόβλημα της υπερχρέωσης δεν δημιουργήθηκε από το νόμο για τη ρύθμιση των χρεών. Υπάρχει ήδη, και ο νόμος έρχεται να το αντιμετωπίσει. Τι θα έπρεπε άλλωστε να πει κανείς για τις επιθετικές πρακτικές των τραπεζών, υπό τις οποίες συντελέστηκε η πιστωτική επέκταση τα προηγούμενα χρόνια. Πρακτικές που μακράν απείχαν από τις αρχές του υπεύθυνου δανεισμού. Τότε αρκούσε το γεγονός ότι τα υπέρμετρα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης υπερεπαρκούσαν για να καλύψουν τις επισφάλειες που παρήγαγαν οι εν λόγω πρακτικές. Αυτό, παρά το γεγονός ότι τα εισοδήματα πολλών νοικοκυριών δεν επέτρεπαν την κάλυψη του υψηλού κόστους της πίστωσης. Τότε κανένα από τα πιστωτικά ιδρύματα δεν αναρωτιόταν αν με τις πρακτικές αυτές διαπαιδαγωγούσαμε σωστά τους καταναλωτές, αν οι καταναλωτές μετά από λίγα χρόνια θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αν εντέλει έτσι ενισχύαμε τον λεγόμενο ηθικό κίνδυνο, τον κίνδυνο δηλαδή να δημιουργήσουμε κακοπληρωτές.
Από την εμπειρία πάντως που έχουμε από άλλες χώρες, μετά από ανάλογες ρυθμίσεις, όχι μόνο δεν διογκώθηκε το πρόβλημα αλλά ελέγχθηκε. Όταν ο άλλος δεν έχει καμία προοπτική να ξοφλήσει τα χρέη του, μειώνεται η προθυμία του για αποπληρωμή. Αν του δώσεις έναν ρεαλιστικό δρόμο να βγει από την υπερχρέωση θα εξαντλήσει τις δυνατότητες πληρωμής. Γιατί γνωρίζει ότι πληρώνοντας το χρέος, δεν θα διαιωνίζεται αλλά θα εξαλειφθεί. Ας μην ξεχνάμε ότι με τον νέο νόμο η απαλλαγή από τα χρέη δεν χαρίζεται, αλλά κατακτάται. Προϋποθέτει ότι ο οφειλέτης θα εξαντλήσει για τέσσερα χρόνια τις δυνατότητες αποπληρωμής των χρεών, ότι θα γίνει ένας συνεπής οφειλέτης.
Με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό ο δανειολήπτης πληρώνει το σύνολο του χρέους αλλά σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή είναι υπό διαπραγμάτευση και το ποσό της οφειλής;
Στον συμβιβασμό τα μέρη είναι ελεύθερα να συμφωνήσουν ό,τι κρίνουν προς το συμφέρον τους. Δεν υποχρεούνται να ακολουθήσουν το πρότυπο που ακολουθεί το δικαστήριο. Μπορεί να προτείνει προς εξόφληση όσα θα πρότεινε και στο δικαστήριο. Ο οφειλέτης μπορεί να δεχθεί να πληρώσει ενδεχομένως περισσότερα ή με διαφορετικό τρόπο, αν θα μπορούσε έτσι να πετύχει συμφωνία που αντισταθμίζει τη διαφορά, λ.χ. αν η τράπεζα δέχεται να τον διαγράψει νωρίτερα από τον Τειρεσία.
Εξωδικαστικός συμβιβασμός και δικαστήριο…
Τι κίνητρο έχουν οι τράπεζες να δεχτούν έναν εξωδικαστικό συμβιβασμό, κατά τον οποίο θα συμφωνήσουν ότι οι πελάτες τους θα τους καταβάλλουν ποσό μικρότερο από το οφειλόμενο;
Με τον συμβιβασμό θα κερδίσουν χρόνο, θα πετύχουν την ταχύτερη πληρωμή του χρέους και ενδεχομένως το ποσόν που θα εισπράξουν να είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα επιτύγχαναν στα δικαστήρια. Εφόσον οι τράπεζες συνειδητοποιήσουν τις αλλαγές που γίνονται, θα είναι πιο διαλλακτικές ακόμη και προς αυτούς που έχουν πρόσκαιρη αδυναμία, γιατί αν δεν προχωρήσουν σε ρύθμιση, μπορεί να περιέλθουν σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας.
Μήπως συμφέρει περισσότερο τους δανειολήπτες να περιμένουν μέχρι το δικαστήριο αντί να δεχτούν τον συμβιβασμό;
Καταρχήν δεν είναι όλες οι υποθέσεις προφανείς, κάθε δικαστική διαδικασία έχει μία αβεβαιότητα, συχνά και ένα σημαντικό κόστος. Επιπλέον με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό ο καταναλωτής μπορεί να κάνει πιο ευέλικτες συμφωνίες, να επιτύχει την απαλλαγή πιο γρήγορα. Εξάλλου, αν η απαλλαγή γίνει με δικαστική απόφαση, δεν θα μπορεί ποτέ ξανά στη ζωή του να κάνει χρήση αυτού του νόμου.
Η πρόβλεψη για τον Τειρεσία που έχει ο νόμος, τρία χρόνια μετά την απαλλαγή, δεν είναι δυσμενής σε σχέση με τα ισχύοντα, αν σκεφτεί κανείς ότι κάποιος για τον οποίον έχει εκδοθεί διαταγή πληρωμής παραμένει επίσης τρία χρόνια, με τη διαφορά ότι έχει εξοφλήσει το σύνολο του χρέους.
Τι γίνεται όταν τα δύο μέρη δεν συμφωνήσουν και φτάσουν στο δικαστήριο;
Εξετάζεται αν η αδυναμία αποπληρωμής δεν είναι συγκυριακή αλλά μόνιμη και αν ο δανειολήπτης δεν έχει προοπτική μελλοντικής αποπληρωμής, αν π.χ. δεν αναμένεται να διπλασιάσει το μισθό του. Αν π.χ. οι δανειακές υποχρεώσεις είναι 1.500 ευρώ και το μηνιαίο εισόδημα 2.000 ευρώ, υπολογίζεται τι ποσό του χρειάζεται ο οφειλέτης για να καλύψει τις βιοτικές του ανάγκες και το υπόλοιπο ορίζεται ως δόση για 4 χρόνια. Αυτήν τη δόση θα πρέπει να καταβάλλει για να απαλλαγεί από το υπόλοιπο των χρεών.
Αν κάποιος είχε συνηθίσει σε ένα ανεβασμένο βιοτικό επίπεδο, θα του επιβάλει το δικαστήριο περικοπές;
Ασφαλώς. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε και τα συμφέροντα των πιστωτών, δεν δικαιολογείται πολυτελής τρόπο ζωής. Το ποσόν που χρειάζεται ο οφειλέτης καθορίζεται από τις βιοτικές του ανάγκες.
Τι γίνεται αν κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών αυξηθεί το εισόδημα του οφειλέτη και πάψει να υφίσταται η αδυναμία αποπληρωμής;
Αν για παράδειγμα βρει μια δουλειά με καλύτερο μισθό, είναι υποχρεωμένος να το δηλώσει στο δικαστήριο και στους πιστωτές του και να συμφωνήσει σε μια αναπροσαρμογή της δόσης του. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εξοφλήσει πλέον όλα τα χρέη, αλλά θα πληρώνει τη μεγαλύτερη δόση.
Αν όμως δεν το δηλώσει, η στάση του μπορεί να θεωρηθεί δόλια, κάτι που μπορεί να τον οδηγήσει σε έκπτωση από τη διαδικασία.
Μπορεί κάποιος να απαλλαγεί από τα χρέη του χωρίς να πληρώνει τίποτα;
Αν κάποιος δεν έχει εισοδήματα που να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες, και δεν μπορεί να πράγματι να πληρώνει ούτε καν 50 ευρώ το μήνα, το δικαστήριο θα ορίσει μηδενική δόση. Στους 6 μήνες ορίζεται πάντως νέα δικάσιμος, για να εξεταστεί αν άλλαξαν οι συνθήκες, και αυτό θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος της τετραετίας.
Σε περίπτωση που…
– Οφειλέτης χωρίς ιδιόκτητο σπίτι θα καταβάλλει επί τέσσερα χρόνια το ποσό που δύναται και θα απαλλαγεί από το χρέος. Για παράδειγμα, δανειολήπτης με χρέος 80.000 ευρώ, μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα 2.000 ευρώ και ελάχιστο ποσό για κάλυψη βιοτικών αναγκών 1.500 ευρώ θα πληρώνει δόση 500 ευρώ και στο τέλος της τετραετίας θα έχει διαγράψει τα χρέη του πληρώνοντας 24.000 ευρώ.
– Οφειλέτης χωρίς περιουσιακά στοιχεία και με εισόδημα που δεν καλύπτει καν τις βιοτικές του ανάγκες, πιθανώς να απαλλαγεί πλήρως από την καταβολή δόσεων. Η δυνατότητα καταβολής δόσεων θα ελέγχεται κάθε εξάμηνο από το δικαστήριο, μέχρι τη λήξη της τετραετίας.
– Οφειλέτης με δικό του σπίτι θα κληθεί να πληρώσει ως δόση το ποσό που δύναται επί 4 χρόνια και στη συνέχεια, για διάστημα έως και 20 ετών, να καλύψει συνολικά το 85% της αξίας του σπιτιού του. Αν π.χ. τα χρέη είναι 200.000 ευρώ και η εμπορική αξία του σπιτιού 100.000 ευρώ, ο οφειλέτης θα πληρώσει 85.000 ευρώ.
Αν η εμπορική αξία του σπιτιού ξεπερνά το ύψος του χρέους, η οφειλή εξοφλείται ολόκληρη. Πιθανότερο σε αυτήν την περίπτωση είναι να επέλθει εξωδικαστικός συμβιβασμός με μεγαλύτερο διάστημα αποπληρωμής.
– Οφειλέτης με χρέος 100.000 ευρώ, χωρίς ιδιόκτητο σπίτι, θα μπορούσε να ξεχρεώσει πληρώνοντας εφάπαξ ένα ποσό σε μετρητά και να κερδίσει διαγραφή από τον Τειρεσία, αν φυσικά η τράπεζα συμφωνούσε σε αυτό. Σε αντίθετη περίπτωση, αν π.χ. το δικαστήριο επιδικάσει δόση 250 ευρώ, η τράπεζα θα εισέπραττε 12.000 ευρώ από το σύνολο της οφειλής και όχι άμεσα αλλά σε διάστημα τεσσάρων ετών.
Τι πρέπει να ξέρουν οι οφειλέτες
– Μέχρι να ολοκληρωθεί ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, οι τόκοι συνεχίζουν να τρέχουν. Εφόσον ο δανειολήπτης υπαχθεί στις ρυθμίσεις του νόμου, το ποσό που θα πληρώσει δεν εξαρτάται από το ύψος της οφειλής, που μπορεί να έχει “φουσκώσει” λόγω τόκων. Αν όμως το δικαστήριο απορρίψει την αίτηση, γιατί δεν αποδείχθηκε η μόνιμη αδυναμία πληρωμής, οι τόκοι θα αναβιώσουν. Εξαίρεση αποτελούν τα στεγαστικά δάνεια, για τα οποία οι τόκοι συνεχίζουν να τρέχουν κανονικά.
– Ο οφειλέτης παραμένει στον «Τειρεσία» οκτώ χρόνια (έναν χρόνο μέχρι την εκδίκαση της αίτησης, τέσσερα μέχρι την απαλλαγή από το χρέος και τρία μετά).
– Η πρώτη κατοικία προστατεύεται, με μία εξαίρεση: Αν μετά την πάροδο της τετραετίας δεν είναι συνεπής για τέσσερις συνεχόμενες δόσεις (καθώς συνεχίζει μέχρι να εξοφλήσει ποσό ίσο με το 85% της εμπορικής αξίας του σπιτιού) μπορεί να κινηθεί διαδικασία πλειστηριασμού.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Όλος ο νόμος στο http://www.efpolis.gr/el/library2.html?func=fileinfo&id=226
Αναλυτικές απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τη διαδικασία http://www.efpolis.gr/filesbase/1167_sitefile-10329.pdf
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» 5/9/10