Την… υγειά τους στους τουρίστες υγείας ψάχνουν οι επαγγελματίες των δύο κλάδων, τουρισμού και υγείας, διαβλέποντας σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης στη Θεσσαλονίκη. Το παράδειγμα των λίβυων ασθενών που διαμένουν στα ξενοδοχεία της πόλης είναι απλώς ενδεικτικό αυτών των προοπτικών. «Οι διανυκτερεύσεις των Λίβυων έδωσαν το φιλί της ζωής στον ετοιμοθάνατο ξενοδοχειακό κλάδο της Θεσσαλονίκης», τόνισε ο πρόεδρος της ένωσης ξενοδόχων, κατά τη διάρκεια ημερίδας για την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού στη Θεσσαλονίκη.
Όπως ανέφερε o κ. Θωμόπουλος, αυτήν την εποχή φιλοξενούνται περίπου 1.400 Λίβυοι σε 18 ξενοδοχεία της πόλης, με μέσο όρο διαμονής τις 20 ημέρες. Ενώ το 2010 καταγράφηκαν μόλις 86 διανυκτερεύσεις Λίβυων, τους δύο τελευταίους μήνες του 2011 αυτές αυξήθηκαν στις 19.261 διανυκτερεύσεις, ενώ το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους έχουν υπερβεί τις 65.000. «Η παροχή υγειονομικής περίθαλψης στους λίβυους τραυματίες είναι αποτέλεσμα της ενεργοποίησης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με συμφωνίες που επιτεύχθηκαν και αποφέρουν σημαντικά οικονομικά οφέλη μετατρέποντας τους ιατρικούς τουρίστες σε καταναλωτές που αγοράζουν από ρούχα μέχρι ηλεκτρονικά είδη έχοντας ο καθένας διαθέσιμο για κατανάλωση ένα ποσό 2.000 ευρώ μηνιαίως», σημείωσε ο κ. Θωμόπουλος. Με βάση την εμπειρία των Λίβυων, ο ίδιος πρότεινε, «αντί να εξάγουμε καλούς έλληνες γιατρούς στο εξωτερικό λόγω της κρίσης, να εισάγουμε ανθρώπους που πάσχουν από χρόνια νοσήματα, τα οποία μπορούν να θεραπευτούν στη χώρα μας, κατόπιν σχετικών συμφωνιών με τα ασφαλιστικά τους ταμεία». Ακολουθώντας τη σωστή στρατηγική, «η Θεσσαλονίκη θα μπορούσε κάλλιστα να μετατραπεί σε ισχυρό ιατρικό κέντρο των Βαλκανίων και έναν ιδανικό τουριστικό προορισμό για υπηρεσίες υγείας», τόνισε.
Δύο ομάδες-στόχοι θα μπορούσαν να είναι η τρίτη ηλικία και οι τουρίστες υγείας από την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, εκτιμά ο πρόεδρος της Ένωσης Τουριστικών Γραφείων Μακεδονίας-Θράκης Βύρων Θεολόγης. Για τον ίδιο, καθοριστικό ως προς την ανάπτυξη του τουρισμού υγείας «είναι να δημιουργηθούν δίπλα στις κλινικές ξενοδοχεία μικρού μεγέθους, τα λεγόμενα boutique clinic hotels. Στο μέτρο που η διάρκεια ζωής των Ευρωπαίων θα παρατείνεται, θα αυξάνονται οι ανάγκες για υψηλού επιπέδου υπηρεσίες». Σε αυτό το πλαίσιο, «τα πλεονεκτήματά μας είναι το κλίμα και η θέση της χώρας μας, η παραδοσιακή υγιεινή κουζίνα μας, το αναγνωρισμένο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό με λογικές αμοιβές που μπορεί να σταθεί ανταγωνιστικά σε αυτόν τον χώρο».
«Δεν λείπει τίποτα από την πόλη»
«Έχετε στα χέρια σας όλα τα κομμάτια του Lego. Αν τα ενώσετε μπορείτε να αναδείξετε τη Θεσσαλονίκη ως προορισμό τουρισμού υγείας». Η εκτίμηση ανήκει στον δρα Κωνσταντίνο Κωνσταντινίδη, διευθύνοντα σύμβουλο μίας από τις κορυφαίες εταιρείες προώθησης τουρισμού υγείας παγκοσμίως, της Healthcare Cyberntetics.
Η εταιρεία είχε καταρτίσει πριν από μια πενταετία το master plan για την ανάπτυξη του τουρισμού υγείας σε 12 προορισμούς στην Ελλάδα, μεταξύ αυτών και στη Θεσσαλονίκη. «Έχετε υποδομές, νοσοκομεία, γιατρούς, δεν λείπει τίποτε από τη Θεσσαλονίκη. Το θέμα είναι πώς θα τα πακετάρετε και πώς θα τα προωθήσετε», τόνισε ο κ. Κωνσταντινίδης στη «Θ». Κατά τον ίδιο, για να καταγραφεί μια πόλη ως προορισμός τουρισμού υγείας, θα πρέπει να προσφέρει υπηρεσίες σε όλους τους τομείς αυτής της δραστηριότητας: ιατρικό τουρισμό, οδοντριατρικό, σπα, τουρισμό ευεξίας, αθλητικό τουρισμό, διατροφικό τουρισμό, τουρισμό πλαστικής χειρουργικής και οφθαλμολογίας. «Σήμερα ο καταναλωτής επιλέγει πρωτίστως προορισμό και στη συνέχεια υποδομή, γιατί ο κορυφαίος ιατρικός εξοπλισμός θεωρείται δεδομένος παντού σε προορισμούς πρώτης κατηγόριας. Μην κυνηγάτε τουρίστες που μετρούν τις δεκάρες, γιατί γύρω μας έχουμε πολλές χώρες που απευθύνονται σε αυτούς. Η πρόκληση για τη Θεσσαλονίκη είναι πώς να προσελκύσει αυτούς που έχουν οικονομική ευρωστία. Επομένως, θα πρέπει να βρείτε και να αναδείξετε ένα άλλο συγκριτικό πλεονέκτημα, ώστε να δημιουργήσετε την αντίληψη στους καταναλωτές ότι η Θεσσαλονίκη είναι προορισμός τουρισμού υγείας».
Χρειάζεται εθνική στρατηγική
Ενώ η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο ταχέως αναπτυσσόμενο τμήμα της μεσαίας αγοράς του ιατρικού τουρισμού, λείπει μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική ανάπτυξης, τονίζει η μελέτη της McKinsey «Η Ελλάδα δέκα χρόνια μπροστά». Σε εξωνοσοκομειακούς τομείς, όπως η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, η χώρα διαθέτει τεχνογνωσία και ανταγωνιστικές τιμές, όμως δεν έχει εδραιώσει τη φήμη της ως προορισμού υψηλής ποιότητας. Η μελέτη προτείνει η χώρα μας να εστιάσει σε συγκεκριμένες εξωνοσοκομειακές υπηρεσίες (π.χ. οφθαλμολογικές επεμβάσεις, αισθητική χειρουργική, αντιμετώπιση παχυσαρκίας, αιμοκάθαρση) και ορισμένες ενδονοσοκομειακές επεμβάσεις (π.χ. καρδιαγγειακές, ορθοπεδικές), με στόχευση σε Ρωσία, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Βαλκάνια, Μέση Ανατολή και χώρες της ΕΕ, όπου τα σχετικά κόστη είναι υψηλότερα.
Σοφία Χριστοφορίδου
sofiachristoforidou@yahoo.gr
«Θεσσαλονίκη», 23 Απτιλίου 2012 http://www.makthes.gr/news/reportage/87168/