«Παρήγγειλα κάτι δολάρια και περιμένω να μου τα στείλετε», κρυφακούω την υπάλληλο της τράπεζας να μιλάει στο τηλέφωνο, όσο περιμένω τη σειρά μου για να βγάλω κάρτα αναλήψεως (που νόμιζα ότι την είχα χάσει και την ακύρωσα αλλά τελικά δεν την είχα χάσει, το μυαλό μου είχα χάσει αν υποθέσουμε ότι είχε υπάρξει ποτέ, κλείνει η παρένθεση). Λίγο αργότερα η υπάλληλος ξαναπαίρνει τηλέφωνο και ζητάει επιτακτικά τα δολάρια εξηγώντας ότι «είναι για μεγάλο πελάτη, πρέπει να τον εξυπηρετήσω άμεσα»! «Ωπ, εδώ είμαστε», σκέφτομαι και ξαφνικά «θυμήθηκα» ότι θέλω τους κωδικούς για web banking για παίξω καθυστερήσεις. Όσο ο «δικός μου» υπάλληλος ασχολείται με μένα καταφτάνει ο «μεγάλος πελάτης». Μεγάλος κυριολεκτικά. Ένας παππούς εκεί γύρω στα 75-80, με το παντελόνι σηκωμένο όσο πιο ψηλά στη μέση γινόταν και σφιγμένο με μια ζώνη (το γνωστό παππουδέ στυλ), τέλος πάντων ένας άνθρωπος που δε μου έμοιαζε με μεγάλο επιχειρηματία. Ήταν ένας άνθρωπος μεγάλος σε ηλικία με μεγάλη ανησυχία για τις (προφανώς) μεγάλες καταθέσεις του. «Γίνεται χαμός αυτές τις ημέρες;» ρωτάω, προσπαθώντας να «ψαρέψω» τον δικό μου. «Ναι. Και πέρσι έτσι είχε γίνει» (βλέπε Μεσοπρόθεσμο, παρολίγον συγκυβέρνηση ΓΑΠ-Σαμαρά κλπ) «βέβαια μη φανταστείς ότι κερδίζουν που τα γυρίζουν στο δολάριο, απλώς νιώθουν ασφάλεια, στην πραγματικότητα χάνουν». Ε, βέβαια, αφού ακόμα και σήμερα το ευρώ είναι ακριβότερο έναντι του δολαρίου. Και τελικά ποιοι «τα βγάζουν;». «Όχι οι μεγάλοι καταθέτες» μου λέει (και σκέφτομαι «ναι καλά, αφού αυτοί τα έχουν ήδη μεταφέρει στην Ελβετία») «αυτοί των 50.000 και 100.000 ευρώ. Τα βάζουν κάτω από το στρώμα» (και περιμένουν το αποτέλεσμα των εκλογών, λέω και πάλι από μέσα μου, αλλά στο μεταξύ τους την πέφτουν οι διαρρήκτες και χάνουν και τα ευρώ και τη ζωή τους κάποιες φορές). Φτάνοντας στην εφημερίδα συναντάω έναν απολυμένο συνάδελφο και τον ρωτάω πως πάει, αν τουλάχιστον παίρνει τις δόσεις της αποζημίωσης… «Μια χαρά» μου απαντάει, «οι δόσεις στην ώρα τους». Πάω να κάνω πλάκα για το αν θα επενδύσει σε ελβετικά φράγκα και μου απαντά ότι… το έχει κάνει!
Κι εγώ; Τι θα έκανα αν είχα στην τράπεζα περισσότερα από τη μισθοδοσία του μήνα; Δεν θα έμπαινα στον πειρασμό; Θα υπερίσχυε ο υπέρ των τραπεζών πατριωτισμός; Θα σκεφτόμουν μήπως ότι αν έτρεχαν όλοι στις τράπεζες, αν κατέρρεε στις 18 Ιουνίου το τραπεζικό σύστημα θα ανοίγαμε μόνοι μας την πόρτα της εξόδου, εμείς οι καταθέτες, χωρίς καν προλάβει κανείς να καταγγείλει το μνημόνιο; Ή μήπως θα κοίταγα να σώσω οτιδήποτε αν σώζεται; Κι αν θα το έκανα για τις υποθετικές μου καταθέσεις, μήπως πρέπει να το κάνω και δια της ψήφου μου; Απάντηση δεν έχω, για το ποια είναι αυτή η σωτηρία και ποιος ο σωτήρας, συνεχίζω να βασανίζομαι από ερωτήματα και αμφιβολίες. 12, 13, 14, 15, 16,17 φτου και βγαίνω. Ή μήπως σκέτο φτου;