Κάθε χρόνο περιμένουν να «ρεφάρουν» και κάθε χρόνο δηλώνουν περισσότερο απογοητευμένοι από την προηγούμενη χρονιά. Τις χειμερινές εκπτώσεις διαδέχονται δεκαήμερα προσφορών και «γιορτές αγοράς», μέχρι τα επόμενα δεκαήμερα προσφορών, που προηγούνται των θερινών εκπτώσεων -και ούτω καθεξής… Για κάποια καταστήματα, οι φετινές θα είναι οι τελευταίες εκπτώσεις…
Ήδη από την πρώτη εβδομάδα των θερινών εκπτώσεων παρατηρείται μείωση του τζίρου σε ποσοστό 30%-40% σε σχέση με την περυσινή περίοδο, διαπιστώνει ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Παντελής Φιλιππίδης. Η ακριβής εικόνα θα υπάρχει μετά τα μέσα Αυγούστου, όμως η «καλή» μέρα από το πρωί φαίνεται.
«ΜΕ ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΝΩ ΤΟΥ 45% Ο ΕΜΠΟΡΟΣ ‘ΜΠΑΙΝΕΙ ΜΕΣΑ’»
Τα ποσοστά έκπτωσης αρχίζουν από 20% και σε πολλές περιπτώσεις φτάνουν το 70%. Παλαιότερα, τέτοια ποσοστά έβλεπε κάποιος στο τελευταίο δεκαήμερο των εκπτώσεων -τα τελευταία δύο χρόνια, ωστόσο, αυτές είναι οι «τιμές εκκίνησης».
«Αν με έκπτωση 70% ο έμπορος εξακολουθεί να μη ‘μπαίνει μέσα’, πόσο μεγάλο ήταν το περιθώριο κέρδους του επί της αρχικής τιμής;», θα πρέπει να αναρωτιούνται οι καταναλωτές μπροστά από τις βιτρίνες… Η τιμή πώλησης, εξηγούν άνθρωποι της αγοράς, θα πρέπει να καλύπτει την τιμή αγοράς, το 23% του ΦΠΑ, τα λειτουργικά έξοδα (ενοίκια, λογαριασμούς), το κόστος μισθοδοσίας και αυτασφάλισης, το κόστος των προϊόντων που θα μείνουν απούλητα και σ’ αυτά να προστεθεί ένα περιθώριο κέρδους. Όσο μεγαλύτερη είναι η επιχείρηση τόσο πιο μαζικά (και, άρα, οικονομικά) αγοράζει, συνεπώς μπορεί να πουλά φθηνότερα, διατηρώντας μεγάλα περιθώρια κέρδους.
Πάντως, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, σε μικρότερες επιχειρήσεις, που δεν δημιουργούν οικονομίες κλίμακος, όταν το ποσοστό έκπτωσης είναι έως 45%-50% ο έμπορος ισοσκελίζει τα έξοδά του, ενώ στα μεγαλύτερα ποσοστά «μπαίνει μέσα». Ο λόγος που οδηγεί τους επιχειρηματίες σε μια τέτοια κίνηση, όπως υποστηρίζει ο κ. Φιλιππίδης, είναι απλός: «Το εμπόριο ζει με την ελπίδα να ρευστοποιήσει τα αποθέματά του, έστω και κάτω του κόστους, ώστε να έχει κεφάλαια για να αγοράσει νέα εμπορεύματα, από τα οποία ελπίζει ότι μπορεί να ισοσκελίσει τη ζημιά».
Οι έρευνες του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιούνται μετά τη λήξη των εκπτώσεων από το 2010 κι έπειτα, αποτυπώνουν μια κατάσταση που οι ίδιοι οι έμποροι περιγράφουν με τη ρήση «κάθε πέρυσι και καλύτερα». Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ίδιων των εμπόρων, κάθε χρόνο χάνουν το 30%-40% του τζίρου τους. Πόσο μπορεί να κρατήσει αυτό; «Όσο αντέχουν τα αποθεματικά των εμπόρων ή όσο έχουν ακίνητα που μπορούν να προσημειώσουν…» σημειώνει ο κ. Φιλιππίδης. «Είμαστε στον πέμπτο χρόνο της ύφεσης. Φοβάμαι ότι θα έχουμε κι άλλα ‘θύματα’».
Πέρυσι έκλεισαν 68.000 επιχειρήσεις, σύμφωνα με υπολογισμούς της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), ενώ για φέτος εκτιμά ότι άλλες 53.000 θα βάλουν λουκέτο.
Νοσταλγώντας το 2011
Με το τέλος των φετινών χειμερινών εκπτώσεων, ο Εμπορικός Σύλλογος πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 200 εμπορικών επιχειρήσεων της πόλης. Εννέα στους δέκα ερωτηθέντες (το 91%) απάντησαν ότι ο τζίρος μειώθηκε, κατά μέσον όρο κατά 40% σε σχέση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2011, ενώ μόλις 2 στους 100 είδαν αύξηση στον τζίρο τους.
Τι απαντούσαν όμως το 2011; Σε δείγμα 230 επιχειρήσεων, το 84% δήλωνε μείωση του τζίρου κατά μέσον όρο σε ποσοστό 30% σε σχέση με το 2010, ενώ μόνο το 1% είδε αύξηση στον τζίρο.
Αντίστοιχα ήταν τα αποτελέσματα των θερινών εκπτώσεων: το καλοκαίρι του 2011 ο εμπορικός σύλλογος διαπίστωνε «έντονη απογοήτευση, άγχος και ανασφάλεια για το παρόν και το μέλλον των εμπορικών επιχειρήσεων, λόγω της συνεχιζόμενης καθίζησης της κατανάλωσης (και) την περίοδο των εκπτώσεων». Τότε, το 78% των έμπορων κατέγραφε μείωση του τζίρου 30% σε σχέση με τις θερινές εκπτώσεις του 2010, οπότε και πάλι το 88% δήλωνε ότι ο τζίρος μειώθηκε σε ποσοστό από 10% έως 50% σε σχέση με τις θερινές εκπτώσεις του 2009.
Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα ερευνών που πραγματοποιεί το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) από το 2009, κάθε Μάρτιο και Σεπτέμβριο, σε δείγμα 800 επιχειρηματιών και 700 καταναλωτών: «Οι πωλήσεις του εξαμήνου επιδεινώθηκαν το τελευταίο εξάμηνο» έλεγε η πλειοψηφία των εμπόρων (71% των ερωτηθέντων τον Μάρτιο και 68% τον Σεπτέμβριο του 2009 -76% και 80% τους αντίστοιχους μήνες του 2010, 83% και 79% το 2011, 82% τον Μάρτιο του 2012), ενώ το ίδιο μαύρες ήταν οι προβλέψεις και για τις μελλοντικές παραγγελίες και πωλήσεις.
ΤΙΜΕΣ Σταθερές ή μήπως… σταθερά ανοδικές;
Στο διάστημα αυτό, πάντως, δεν καταγράφηκε κάποια θεαματική πρόθεση μείωσης των τιμών: στο ερώτημα «πώς περιμένετε να μεταβληθούν οι τιμές που χρεώνετε το επόμενο εξάμηνο;», η πλειοψηφία των εμπόρων δήλωνε ότι θα κρατήσει σταθερές τις τιμές, στάση που δεν μεταβλήθηκε ούτε μετά την απότομη μείωση της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτικού κοινού. Έτσι, το ποσοστό των εμπόρων που δήλωναν ότι θα κρατήσουν τις τιμές σταθερές ήταν 64% και 60% το Μάρτιο και τον Σεπτέμβριο του 2009, 52% και 60% τους αντίστοιχους μήνες του 2011 και 57% τον Μάρτιο του 2012. Με βάση τις απαντήσεις των εμπόρων, κάθε εξάμηνο θα έπρεπε να καταγράφεται μείωση τιμών σχεδόν σε ένα στα τρία καταστήματα (33% τον Μάρτιο του 2011, 31% τον Μάρτιο του 2012) γεγονός όμως που αμφισβητείται από τις καταναλωτικές οργανώσεις αλλά και από τους καταναλωτές που συμμετείχαν στις έρευνες του ΕΒΕΘ.
Το Μάρτιο του 2009, επτά στους δέκα καταναλωτές (74%) διαπίστωναν αυξήσεις στις τιμές από λίγο έως αρκετά ή και πολύ (59%), ενώ μόλις το 7% έβλεπε μειώσεις. Έναν χρόνο μετά, σχεδόν οκτώ στους δέκα καταναλωτές (84%) παραπονούνταν για αυξήσεις στις τιμές, ενώ μόνον ένα 5% διαπίστωνε μειώσεις. Την άνοιξη του 2011, το 77% των ερωτηθέντων απάντησε ότι οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο, ενώ φέτος την ίδια απάντηση έδωσε το 81%.
Πώς ερμηνεύεται αυτή η απόκλιση; Όταν οι τιμές παραμένουν σταθερές αλλά το διαθέσιμο εισόδημα διαρκώς μειώνεται (το 88% των ερωτηθέντων στην πιο πρόσφατη έρευνα του ΕΒΕΘ απάντησε «η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού μου επιδεινώθηκε»), οι τιμές φαίνεται σαν να παίρνουν την ανιούσα…
Εμποροι στην Εγνατία: «Είμαστε απομονωμένοι και ‘εκτός παιχνιδιού’»
«Αποκλεισμένοι», «απομονωμένοι» και «εκτός παιχνιδιού» είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιούν οι έμποροι στην οδό Εγνατία για να περιγράψουν την κατάστασή τους -είτε τα καταστήματά τους βρίσκονται πίσω από τις λαμαρίνες του μετρό είτε όχι. Η άλλοτε ακμαία αγορά δεν δουλεύει πια, παρόλο που οι καταναλωτές μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος, στους οποίους παραδοσιακά απευθυνόταν, έχουν πολλαπλασιαστεί. Ακόμη και οι Βαλκάνιοι, που άλλοτε στήριζαν τη συγκεκριμένη αγορά, έχουν εξαφανιστεί…
«Ο ανταγωνισμός είναι οξύτατος, η δουλειά έχει φύγει από εμάς, τους μικρομεσαίους -είμαστε εκτός παιχνιδιού» λέει στη «ΜτΚ» ο Ανδρέας Φαρμάκης, που διαπιστώνει ότι τα τελευταία χρόνια οι καταναλωτές που αναζητούν φθηνά ρούχα μετακινήθηκαν προς την οδό Τσιμισκή και τις ξένες αλυσίδες καταστημάτων: «Εκεί μπορεί η ποιότητα να είναι χαμηλότερη αλλά ο κόσμος βλέπει τα ρούχα σε μεγαλύτερους χώρους και πιο ελκυστικές βιτρίνες» λέει. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κ. Φαρμάκης έκανε την πρώτη μέρα των εκπτώσεων τζίρο τρεις φορές χαμηλότερο από μια οποιαδήποτε Δευτέρα, εκτός περιόδου εκπτώσεων.
ΟΙ ΠΛΗΓΕΣ
«Έχουμε πληγεί από το μετρό, ακόμη κι αν τα καταστήματά μας δεν βρίσκονται πίσω από τις λαμαρίνες. Ο κόσμος έχει ταυτίσει την Εγνατία με την ταλαιπωρία και την έλλειψη χώρων στάθμευσης» διαπιστώνει η Φωτεινή Καπράλου. Κάποτε, η Εγνατία δούλευε με Βαλκάνιους -κυρίως από την πρώην Γιουγκοσλαβία. «Αν είναι μία φορά δύσκολο για τους Έλληνες, φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι για τους Βαλκάνιους, που κάποτε είχαμε πελάτες, να βρουν τον δρόμο για τα μαγαζιά μας…» προσθέτει.
«Υπήρχαν μέρες που δεν ακούγαμε Ελληνικά στα μαγαζιά μας» θυμάται η Βάσω Ζαφειρίου, που διατηρεί εδώ και 27 χρόνια κατάστημα με υποδήματα. «Τώρα πια δεν βλέπουμε ούτε αυτούς…».
Μετά από αρκετά χρόνια «ελεύθερης αγοράς» στις χώρες του ανατολικού μπλοκ, η καταναλωτική στέρηση έχει εξαλειφθεί, εξηγεί στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος των καταστηματαρχών του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, Χρήστος Νικολόπουλος, προσθέτοντας ότι ακόμη κι αυτοί οι Βαλκάνιοι που επισκέπτονται την πόλη πηγαίνουν κατευθείαν στα μεγάλα εμπορικά κέντρα για ψώνια, καθώς «εδώ δεν υπάρχει ούτε ένας χώρος υποδοχής, για να αποβιβαστεί ο κόσμος από τα λεωφορεία!».
ΤΟ ΑΥΡΙΟ Μια αγορά σε μετάβαση
Η αγορά βρίσκεται σε μετάβαση και ουδείς μπορεί πλέον να προβλέψει με βεβαιότητα ποια θα είναι η όψη της την προσεχή πενταετία.
Εκεί όπου κάποτε ζητούσαν «αέρα», σήμερα δεν υπάρχει καν φως… Καταστήματα μένουν επί μήνες ξενοίκιαστα και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα στους πιο εμπορικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης, όπως οι οδοί Τσιμισκή και Μητροπόλεως.
«Η αγορά αλλάζει με γοργούς ρυθμούς» διαπιστώνει ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Παντελής Φιλιππίδης. Τον περασμένο Μάιο, ο σύλλογος άρχισε την καταγραφή των κλειστών καταστημάτων, με αφετηρία την οδό Βασιλίσσης Όλγας «αλλά ο αριθμός τους άλλαζε σχεδόν καθημερινά. Σε ολόκληρους δρόμους πέριξ τής Όλγας, όπου άλλοτε έβρισκες 30 καταστήματα να λειτουργούν, τώρα δεν βρίσκεις κανένα ανοικτό».
Όσο για την «καρδιά» της αγοράς, το τοπίο άλλαξε ταχύτατα από το 1998, οπότε ψηφίστηκε ο νόμος για την απελευθέρωση της επαγγελματικής στέγης: «Οι ιδιοκτήτες απέκτησαν τη δυνατότητα να βγάζουν τους εκμισθωτές στα 12 χρόνια -και το έκαναν με την προσδοκία ότι θα έβρισκαν ενοικιαστή που θα τους πλήρωνε ακριβότερο ενοίκιο. Υπήρχε πολυεθνική που πλήρωσε 3 εκατ. ευρώ μόνο για αέρα! Έτσι, τα παλαιά εμπορικά ‘τζάκια’ μετακινήθηκαν από την Τσιμισκή προς τη Μητροπόλεως και αργότερα στην Προξένου Κορομηλά» αναφέρει ο κ. Φιλιππίδης.
«Κάποτε, σε αυτές τις οδούς οι ενοικιαστές πλήρωναν τα ακριβά ενοίκια, ακόμη κι αν δεν έβγαζαν τα λεφτά τους, επειδή προσδοκούσαν να κερδίσουν από τον ‘αέρα’ που ζητούσαν για να αφήσουν τον χώρο στον επόμενο εκμισθωτή», σημειώνει ο γ.γ. της Ομοσπονδίας Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Ελλάδος, Νίκος Μανομενίδης. «Σήμερα, ο ‘αέρας’ κόπηκε και υπάρχουν πολλά ξενοίκιαστα», προσθέτει.
«Τα ενοίκια ξέφυγαν κάποια στιγμή. Το τελευταίο διάστημα μειώθηκαν 30%-40% αλλά ακόμη κι έτσι δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματική τους αξία» σημειώνει ο Χρήστος Νικολόπουλος, πρόεδρος του συλλόγου καταστηματαρχών ιστορικού κέντρου. «Προς το παρόν, είμαστε σε μεταβατικό στάδιο. Αν δεν οριστικοποιηθεί το φορολογικό καθεστώς, πολλοί ιδιοκτήτες θα προτιμούν να έχουν ξενοίκιαστα και χωρίς ρεύμα τα ακίνητά τους παρά να τα νοικιάζουν με τον φόβο να μην εισπράττουν ενοίκια -και με την υποχρέωση να πληρώνουν φόρο εισοδήματος, ΕΤΑΚ και χαράτσι!».
ΕΠΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ
Σύμφωνα με τον κ. Μανομενίδη, σε καταστήματα του κέντρου, που κάποτε νοικιάζονταν προς 45-50 ευρώ το τετραγωνικό, οι τιμές έχουν πέσει κάτω από τα 20 ευρώ/ τετρ. μ.: «Παλαιότερα, οι ιδιοκτήτες νοίκιαζαν ακριβά χωρίς να νοιάζονται αν ο ενοικιαστής τους θα φύγει, επειδή γνώριζαν ότι θα νοίκιαζαν ακριβότερα στον επόμενο. Σήμερα ζητούν εκκαθαριστικά και ισολογισμούς, για να αποδείξουν τη φερεγγυότητά τους». Όπως εξηγεί, τα τελευταία χρόνια οι ενοικιαστές μπορεί να πέτυχαν μέχρι και τρεις διαδοχικές μειώσεις στο ενοίκιο -από 20% έως 60% συνολικά-, επειδή ο ιδιοκτήτης θέλει ρευστότητα και γνωρίζει ότι, αν το μαγαζί μείνει ξενοίκιαστο, θα δυσκολευτεί να βρει νέο εκμισθωτή.
Η ΝΕΑ ΤΑΣΗ Επιστροφή στο κέντρο
Ο γ.γ. της ομοσπονδίας μεσιτών εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει επιστροφή των επιχειρηματιών από τις περιφερειακές αγορές στο κέντρο, επειδή, όταν τεθεί το μετρό σε λειτουργία, θα επιστρέψει και ο κόσμος στο κέντρο.
Κατά τον κ. Μανομενίδη, η Εγνατία θα αποτελέσει σε μερικά χρόνια το νέο εμπορικό κέντρο της πόλης, με μεταφορά καταστημάτων από την Τσιμισκή στον άξονα τού μετρό: «Τα ακίνητα της Εγνατίας είναι μια καλή επένδυση, καθώς σήμερα έχουν χαμηλή αξία» εκτιμά. Μέχρι τη λειτουργία του μετρό, ωστόσο, η καθημερινότητα θα είναι πολύ δύσκολη για όσους διατηρούν καταστήματα σ’ αυτήν την περιοχή. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, «σήμερα, και τζάμπα να δώσεις σε κάποιον ένα κατάστημα δεν θα μπορέσει να το δουλέψει ώστε να βγάλει τα λειτουργικά του έξοδα…».
Σοφία Χριστοφορίδου
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» 11/7/2012