«Δεν πληρώνω» -και με τον νόμο- θα μπορούν να λένε πλέον οι πελάτες στους επιχειρηματίες που δεν κόβουν αποδείξεις για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πωλούν. Η σχετική αγορανομική διάταξη ισχύει εδώ και έναν μήνα, ενώ από σήμερα οι επιχειρηματίες είναι υποχρεωμένοι να αναρτούν στα καταστήματά τους (σε εμφανές σημείο, κοντά στο ταμείο) και τη σχετική πινακίδα, που ενημερώνει τον καταναλωτή πότε έχει δικαίωμα να μην πληρώσει.
Πάντως, η διάταξη υπ’ αριθμ. 4/28.11.2012 αφήνει πολλά κενά και περιθώρια παρερμηνειών, με αρκετούς εμπόρους να φοβούνται ότι θα υπάρξουν παρεκτροπές ή ακόμη και φαινόμενα αυτοδικίας, σε περίπτωση που οι πελάτες προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση.
ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΕΤΕ
Σύμφωνα με τη διάταξη, ο πελάτης δεν υποχρεούται να πληρώσει, αν δεν λάβει απόδειξη. Δικαιούται όμως να πάρει το προϊόν χωρίς να πληρώσει;
«Ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε κακόβουλους πελάτες, που θα θελήσουν να κλέψουν -και, σε περίπτωση που εντοπιστούν, θα ισχυριστούν ψευδώς ότι δεν κόπηκε απόδειξη» σημειώνει, μιλώντας στη «Μ», ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ΕΣΘ), κ. Κωστής Χαντζαρίδης.
Βέβαια, στα μεγάλα εμπορικά καταστήματα ακολουθείται συγκεκριμένη διαδικασία (πληρωμή – έκδοση απόδειξης – αφαίρεση αντικλεπτικού), οπότε, αν κάποιος πληρώσει, παίρνει και απόδειξη. Έτσι, αυτός που πήρε το προϊόν χωρίς να πληρώσει δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το έκανε επειδή δεν πήρε απόδειξη, αφού το αντικλεπτικό θα «προδώσει» το ότι δεν πέρασε καν από το ταμείο.
«Τι γίνεται, όμως, στα μικρά μαγαζιά, εκεί όπου δεν υπάρχουν αντικλεπτικά συστήματα; Πώς θα αποδείξει ο έμπορος ότι δεν είναι φταίχτης, αλλά θύμα κλοπής; Και τι συμβαίνει, αν ένας πελάτης διαπραγματευτεί χαμηλότερη τιμή χωρίς την έκδοση απόδειξης και, αφού το πετύχει, πάρει το προϊόν και φύγει, χωρίς να πληρώσει καθόλου;»: αυτά είναι μερικά από τα ζητήματα που θέτει ο πρόεδρος του ΕΣΘ, που φοβάται ότι ορισμένοι καταστηματάρχες θα καταφύγουν στην αυτοδικία, για να αμυνθούν απέναντι σε κακόβουλες συμπεριφορές: «Είναι αυτονόητο ότι συνιστούμε στα μέλη μας να κόβουν αποδείξεις και τους καλούμε να αντιμετωπίζουν αυτές τις καταστάσεις με ηρεμία», προσθέτει με νόημα.
ΟΙ «ΤΣΑΜΠΑΤΖΗΔΕΣ» ΣΤΑ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ
Τα πράγματα γίνονται πιο περίπλοκα, όταν δεν πρόκειται για προϊόν, αλλά για υπηρεσία -όπου παρατηρείται πολύ πιο έντονα το φαινόμενο της μη έκδοσης παραστατικών. Συνήθως, ο πελάτης πρώτα δέχεται την υπηρεσία και μετά καλείται να πληρώσει… Τι θα συμβεί αν, στο μεταξύ, ο πελάτης αποφασίσει να εξαφανιστεί, όταν έρθει η ώρα της πληρωμής, και ως αιτιολογία προβάλλει το ότι δεν έλαβε απόδειξη;
Πολλοί καταστηματάρχες του κλάδου της εστίασης φοβούνται ότι θα εμφανιστούν διάφοροι «τσαμπατζήδες», που θα φεύγουν χωρίς να πληρώσουν -και, αν χρειαστεί να απολογηθούν στις αρχές, θα επικαλούνται την αγορανομική διάταξη: «Εμάς το θέμα δεν μας αφορά, εμείς κόβουμε αποδείξεις…» υποστηρίζει, μιλώντας στη «Μ», ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Εστιατόρων Ψητοπωλών νομού Θεσσαλονίκης, κ. Νίκος Μακρυνάκης. «Είναι μια γελοία διάταξη, που μας θεωρεί de facto κλέφτες. Η υποχρέωση για ανάρτηση της πινακίδας μού θυμίζει την περίπτωση τού ‘είμαι τέντι μπόις’, της δεκαετίας του 1960. Όποιος κόβει αποδείξεις, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα» προσθέτει, σημειώνοντας ότι όσοι δεν κόβουν αποδείξεις ρισκάρουν έτσι κι αλλιώς να συλληφθούν με τη διαδικασία του αυτοφώρου…
Πάντως, τόσο ο κ. Χαντζαρίδης όσο και ο κ. Μακρυνάκης συμφωνούν ότι το μέτρο με τις αποδείξεις μεταθέτει τις ευθύνες του κράτους στους πολίτες, επιχειρώντας να βάλει τις διάφορες κοινωνικές ομάδες «απέναντι».
ΚΕΠΚΑ «Πρέπει να δοθούν κίνητρα στους καταναλωτές»
«Είμαστε εδώ και χρόνια υπέρ της δημιουργίας φορολογικής συνείδησης, ωστόσο, για να γίνει αυτό, πρέπει να δοθούν κίνητρα στους καταναλωτές» σημειώνει, μιλώντας στη «Μ», ο πρόεδρος του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών, κ. Νίκος Τσεμπερλίδης.
Παράλληλα, εκτιμά ότι το μέτρο με τις αποδείξεις δεν θα βοηθήσει. Όπως εξηγεί, αν ένας καταστηματάρχης «ξεχάσει» να φέρει απόδειξη, μπορεί να συμβούν δύο τινά: πρώτον, ο καταναλωτής να ζητήσει απόδειξη και ο καταστηματάρχης να τη φέρει εκ των υστέρων -άρα, δεν τίθεται θέμα μη πληρωμής. Δεύτερον, ο καταστηματάρχης να είναι αμετανόητος και ο καταναλωτής να εμπλακεί σε διαπληκτισμούς και καυγάδες με τους υπαλλήλους ασφαλείας.
Επιπλέον, όπως σημειώνει, όταν ο ΦΠΑ είναι στο 23%, ο καταναλωτής μπαίνει στον πειρασμό να «διαπραγματευτεί» με τον καταστηματάρχη, για να γλιτώσει σχεδόν το 1/4 της τιμής. Αν ένα προϊόν κοστίζει 123 ευρώ με ΦΠΑ, το κράτος χάνει 23 ευρώ από τον ΦΠΑ και περίπου άλλα 40 ευρώ από τη φορολόγηση του καταστηματάρχη. Αν δεν υπάρξει διαπραγμάτευση για μείωση της τιμής και ο καταστηματάρχης απλώς «ξεχάσει» να εκδώσει απόδειξη, τα 123 ευρώ μένουν στην τσέπη του αφορολόγητα «και το κράτος στρέφεται ξανά στους πολίτες, για να αναπληρώσει τα χαμένα έσοδα…».
Η διάταξη: Βαριά πρόστιμα περιμένουν τους παραβάτες
Η αγορανομική διάταξη υπ’ αριθμ. 4/28.11.2012 προβλέπει:
01. Κατά την πώληση προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών, του Ποινικού Κώδικα και του ν. 2523/1997, ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει το αντίτιμο, εάν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο, όπως αυτό ορίζεται στις οικείες διατάξεις.
02. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, όλες οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης προϊόντων αναρτούν πινακίδα σε εμφανές σημείο του καταστήματος -και, συγκεκριμένα, πλησίον του ταμείου συναλλαγής-, στην οποία αναγράφεται με ευδιάκριτα και κεφαλαία γράμματα η ένδειξη (σε ελληνική και αγγλική γλώσσα) ως εξής: «Ο καταναλωτής δεν έχει υποχρέωση να πληρώσει, εάν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο (απόδειξη-τιμολόγιο)» και «Consumer is not obliged to pay, if the notice of payment has not been received (receipt-invoice)».
03. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών αναγράφουν σε εμφανές σημείο του τηρούμενου τιμοκαταλόγου, με κεφαλαία γράμματα, ιδίου μεγέθους με τις τιμολογούμενες υπηρεσίες, την ένδειξη «Ο καταναλωτής δεν έχει υποχρέωση να πληρώσει, εάν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο (απόδειξη-τιμολόγιο)» και, εφόσον ο τιμοκατάλογος τηρείται και στην αγγλική γλώσσα, και την ένδειξη «Consumer is not obliged to pay, if the notice of payment has not been received (receipt-invoice)». Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τα καταστήματα εστίασης και αναψυχής, με την ως άνω ένδειξη να αναγράφεται σε εμφανές σημείο του τιμοκαταλόγου, με κεφαλαία γράμματα, ίδιου μεγέθους με τη γραμματοσειρά των προσφερόμενων ειδών.
ΠΟΙΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ
01. Εφόσον δεν αναρτάται η προβλεπόμενη πινακίδα ή δεν περιλαμβάνεται η απαιτούμενη ένδειξη στον τιμοκατάλογο, οι παραβάτες τιμωρούνται, πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 15 του άρθρου 30 του ΝΔ 136/1946, και με διοικητικό πρόστιμο 1.000 ευρώ.
02. Εφόσον διαπιστωθεί η μη έκδοση του νόμιμου παραστατικού στοιχείου, εφαρμόζεται το άρθρο 47 του ν. 2065/1992, σύμφωνα με το οποίο τα ελεγκτικά όργανα υποχρεούνται να γνωστοποιούν τις παραβάσεις στη διεύθυνση Ελέγχων του υπουργείου Οικονομικών.
Σοφία Χριστοφορίδου
http://www.makthes.gr/news/economy/98698/