Χαμογέλα ρε!

By Richard Marris (Smile) [CC-BY-2.0 (http://creativecommons.org/licenses/by/2.0)%5D, via Wikimedia Commons

Τελευταία ξυπνάω και κοιμάμαι με ένα αίσθημα ανικανοποίητου. Ανασφάλειες, άγχη, διλήμματα. Με αυτή τη μουρτζούφλικη διάθεση ξύπνησα και σήμερα. Φτάνοντας στη δουλειά συνάντησα στην είσοδο την Ε. μια συνάδελφο που δεν δουλεύει πια στην εφημερίδα. Καρδιά μπαχτσές, γεμάτη ζωή. Δεν κάνουμε παρέα αλλά μας συνδέουν κοινοί φίλοι. Ένας απο αυτούς είχε αναφέρει σε ανύποπτο χρόνο ότι η Ε. κάνει χημειοθεραπείες, αλλά το’ χα απωθήσει στη μνήμη μου. Και σήμερα τη χαιρετάω και της λέω “μα πόσο όμόρφυνες, πως ανανεώθηκες, τι ωραίο μαλλάκι”. “Σκάσε βρε μαλάκα” μου λέει γελώντας “δεν είναι δικό μου”. Δαγκώθηκα και επανέλαβα πολλές φορές το πρώτο σκέλος της φράσης της μέσα μου. “Μα τι καλά που σε βλέπω, γεμάτη θετική ενέργεια” της είπα, και λίγα έλεγα. “Το παλεύω” μου λέει.

Λίγα λεπτά αργότερα χτυπάει το τηλέφωνο. Ο Τ., ένας φίλος με ρωτάει αν έχω νέα της Β. Η Β. είναι μια γυναίκα, παθιασμένη με το ραδιόφωνο και με τα τρία της παιδιά. Κάποτε έκανε το όνειρό της πραγματικότητα, δημιούργησε το δικό της ραδιόφωνο, όπου είχαμε την τύχη να δουλέψουμε κι εγώ κι ο φίλος που μου τηλεφώνησε. Η Β. διαγνώστηκε με καρκίνο πριν από μια τριετία κι έκτοτε το παλεύει. Μέχρι στιγμής έχει διαψεύσει όλους τους γιατρούς που δεν της έδιναν παρά μόνο μερικούς μήνες ζωής. Μιλούσαμε πια μια φορά το χρόνο, στα γενέθλιά της, στις 20 Σεπτεμβρίου. Τότε είχα σκοπό να της τηλεφωνήσω και φέτος, να ρωτήσω για τα παιδιά, να μου πει πως το παλεύει με την υγεία της, να με συμβουλεύει να μην αναλώνομαι με τα ασήμαντα… μέχρι που ο Τ. μου λέει »ρε συ άκουσα πως είναι χάλια, έμαθες κάτι περισσότερο;». Πάγωσα.

Το απόγευμα χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν ο Λ., επίσης δημοσιογράφος και παθιασμένος με ό,τι έκανε- και τελικά αυτό το πάθος το γύρναγε στον εαυτό του και τον ροκάνιζε. Είχαμε να μιλήσουμε καιρό. Δοκίμασα την άνοιξη να του τηλεφωνήσω για να του ευχηθώ για τη γιορτή του. Δεν τον βρήκα και του έστειλα sms. Δεν απάντησε, αλλά σκέφτηκα ότι ως σχιζοειδής προσωπικότητα που είναι θα περνούσε τη φάση του. Αργότερα, ένας κοινός φίλος μου είπε πως ο Λ. έχει καρκίνο και πως είχε λίγο χρόνο ζωής. Βέβαια ο Λ. αντιμετώπιζε την αρρώστια του με το δικό του τρόπο, αρνούμενος να την αποδεχτεί. “Θα σε έπαιρνα στις 17 Σεπτεμβρίου για να ανταποδώσω τις ευχές” μου είπε κι έκανα πως τον πίστεψα. “Είμαι στο Θεαγένειο για κάτι εξετάσεις” μου είπε σχεδόν κεφάτος κι άρχισε να μου αραδιάζει τι έχει να κάνει τις επόμενες μέρες μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη που είχε κλείσει εισητήριο για πάει στο νησί όπου σπουδάζει ο γιος του. Όπως μου εξήγησε μου τηλεφώνησε νωρίτερα γιατί εκεί στο Θεαγένειο γνώρισε έναν τύπο, πολιτικό μηχανικό και εκκολαπτόμενο πολιτευτή μέχρι που ανακάλυψε ότι έχει καρκίνο, άλλαξε θεώρηση ζωής, έφτιαξε ένα κτήμα σε ένα χωριό της Καβάλας και τώρα παράγει ρόδια. “Το ήξερες ότι τα ρόδια έχουν αντικαρκινική δράση;” με ρώτησε, “αυτός λοιπόν παράγει μια ποικιλία από την Ιαπωνία και έλεγα αν πας τώρα στα κοντά στην Καβάλα να μου φέρες μερικά ρόδια”. “Θα σου φέρω και από τη ροδιά του παππού μου, μπορεί να μην ειναι γιαπωνέζικα αλλά είναι ζουμερά και ευωδιαστά.” του απάντησα, “θα τα ξαναπούμε όταν θα φέρω τα ρόδια” και κλείσαμε. Ο Λ. συνεχίζει να το παλεύει, με το δικό του τρόπο, αλλά το παλεύει. Δεν έλεγα ψέμματα όταν του είπα “χαίρομαι που σε ακούω καλά, γεμάτο ενέργεια”. Άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια. Γιατί βιάστηκε να μου τηλεφωνήσει; Είναι και αυτό το ταξίδι στη μέση…

Επιστροφή στο σπίτι. Ο Τ. στο τηλέφωνο και πάλι. Η Β. είναι όντως σε άσχημη κατάσταση, ο καρκίνος έκανε μετάσταση, οι γιατροί της έδιναν ζωή μέχρι το δεκαπενταύγουστο. Τους διέψευσε για άλλη μια φορά. Δεν ξέρω για πόσο, ξέρω μόνο ότι τόσα χρόνια την κράτησε η δίψα της για ζωή. Μιλήσαμε και για τον καλό μας φίλο τον Κ. που 13 χρόνια το παλεύει με χημειοθεραπείες και μεταμοσχεύσεις, και παρόλα αυτά συνεχίζει να κάνει όνειρα, εξελίσσεται στη δουλειά του, σχεδιάζει να δημιουργήσει οικογένεια με το κορίτσι του. Και για τη φίλη μας τη Ρ. μιλήσαμε που ξεπέρασε τον καρκίνο και είχε το κουράγιο στα 50 της να αρχίσει μια νέα δουλειά, αφού η κρίση την κατέστρεψε επαγγελματικά.

 Ανάλογες ιστορίες έχω διαβάσει κι εγώ πολλές κατά καιρούς. Με τι διαφορά ότι αυτές οι ιστορίες είναι πραγματικές ιστορίες φίλων μου, δικών μου, ανθρώπων που εκτιμώ. Κι αν γράφω για αυτούς, δεν το κάνω για τους ίδιους, για να πω πόσο σπουδαίους φίλους έχω, που έχουν τη δύναμη και το παλεύουν- φαντάζομαι ότι αυτό ισχύει για τους περισσότερους που είναι στη θέση τους. Οι λόγοι μου είναι εγωϊστικοί. Για μένα γράφω και για τα ηλίθια άγχη μου, τις ανασφάλειές μου, τις έννοιες μου. Για το μουρτζούφλικο ξύπνημά μου. Και για το δικό σου. Για τη σπατάλη του χρόνου που νομίζουμε ότι πάντα θα υπάρχει. Για αυτό σου λέω.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s