Κάτι τρέχει με την ΕΥΑΘ, και δεν είναι το νερό που τρέχει στους αγωγούς ύδρευσης. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια πώλησης της πλειοψηφίας των μετοχών σε ιδιώτη, τώρα η κυβέρνηση φέρεται να εξετάζει το ενδεχόμενο εξαγοράς των μετοχών της εταιρείας από την ΕΥΔΑΠ.
Της Σοφίας Χριστοφορίδου
Ο υπουργός Μεταφορών Μιχάλης Χρυσοχοΐδης χαρακτήρισε αναγκαία τη συνεργασία της ΕΥΑΘ με την ΕΥΔΑΠ, προαναγγέλλοντας ότι σύντομα θα υπάρξουν νέα ως προς το μοντέλο συνεργασίας των δύο εταιρειών ύδρευσης και αποχέτευσης, Θεσσαλονίκης και Αττικής. Η δήλωση αυτή, στον ραδιοφωνικό σταθμό Βήμα FM, πυροδότησε τα σενάρια περί ενδεχόμενης εξαγοράς της ΕΥΑΘ από την ΕΥΔΑΠ. Εξάλλου, όταν τέθηκε το σχετικό ερώτημα αν η ΕΥΔΑΠ είναι έτοιμη να εξαγοράσει την ΕΥΑΘ, ο κ. Χρυσοχοΐδης απάντησε: “Η ΕΥΔΑΠ σήμερα είναι μία από τις πιο υγιείς εταιρείες της χώρας, όχι του δημοσίου, με τεράστια κεφαλαιακή επάρκεια, γιατί συνέβαλε και το δημόσιο σ’ αυτό, με πολλά κέρδη, με απόδοση μερισμάτων στους μετόχους και στο δημόσιο, το οποίο είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος, με μια προσπάθεια που κάνουμε τώρα να ιδρύσουμε την ΕΥΔΑΠ Νήσων, έτσι ώστε να σταματήσουν να πηγαίνουν νερό οι ‘νερουλάδες’ στα νησιά”. Αυτή η κεφαλαιακή επάρκεια προήλθε από ποσό 350 εκατ. ευρώ που εισέρευσε στην εταιρεία υπό την πίεση της τρόικας και αφορούσε απαιτήσεις 169 εκατ. ευρώ από δήμους και δημόσιους οργανισμούς για υδροληψία, 112,6 εκατ. ευρώ από τα υπουργεία (πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ και ΥΠΟΜΕΔΙ) για έργα που έχει κατασκευάσει η ΕΥΔΑΠ για λογαριασμό τους και απαίτηση 69,7 εκατ. ευρώ για την κάλυψη από το δημόσιο του σωρευμένου ελλείμματος του προγράμματος προκαθορισμένων παροχών των εργαζομένων στην ΕΥΔΑΠ. Σύμφωνα δε με τον υφυπουργό Μεταφορών, “κατά τη γνώμη μου είναι αναγκαία μια συνεργασία με την επίσης καλή εταιρεία ΕΥΑΘ, η οποία δεν έχει το αντίστοιχο know how και χρειάζεται τη συμπαράσταση και τη συνεργασία της ΕΥΔΑΠ. Πολύ σύντομα πιστεύω ότι θα έχουμε νέα και σ’ αυτό τον τομέα”. Μάλιστα ο κ. Χρυσοχοΐδης όταν ρωτήθηκε ξανά αν αποκλείεται το ενδεχόμενο της εξαγοράς, απάντησε: “Καθόλου, το αντίθετο”.
Ανάλογη αναφορά είχε κάνει προ ημερών στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος. “Σε σχέση με την ΕΥΑΘ και την ΕΥΔΑΠ έχουν ληφθεί νέες αποφάσεις, δεν πρόκειται να γίνει ιδιωτικοποίηση. Υπάρχουν άλλες μορφές αξιοποίησης και μέσα από τη συνεργασία των δύο εταιρειών, που προσδίδει μια δυναμική”, ανέφερε.
ΤΙ ΔΗΛΩΝΕΙ Η ΕΥΑΘ
Σημειωτέον ότι στο υπουργείο Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, του οποίου προΐσταται ο κ. Χρυσοχοΐδης, η ΕΥΑΘ υπάγεται μόνο ως προς το κομμάτι των τεχνικών έργων. Πολιτικά είναι υπόλογη στο υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης, ενώ μέχρι πρότινος ο βασικός μέτοχος ήταν το υπουργείο Οικονομικών, όπου και αναμένεται να επιστρέψουν οι μετοχές από το ΤΑΙΠΕΔ. Σε απάντηση σχετικού ερωτήματος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η ΕΥΑΘ εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία επισημαίνει ότι “αναφορικά με δημοσιεύματα του ηλεκτρονικού και έντυπου Τύπου για ενδεχόμενη συνεργασία – συγχώνευση ΕΥΑΘ ΕΥΑΠΣ +1,94% – ΕΥΔΑΠ, ενημερώνουμε το επενδυτικό κοινό ότι η πληροφόρηση της ΕΥΑΘ ΑΕ για το θέμα προέρχεται αποκλειστικά και μόνο από τα σχετικά δημοσιεύματα”.
Πάντως το σχέδιο εξαγοράς της μίας εταιρείας από την άλλη δεν είναι κάτι νέο. Πρώιμες συζητήσεις είχαν γίνει στην αρχή του καλοκαιριού, αμέσως μετά την ακύρωση της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, που ακολούθησε τη δημοσιοποίηση της απόφασης 1906/14 της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία ακυρώθηκε η μεταβίβαση του τελευταίου 34% της ΕΥΔΑΠ στο Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου. Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης μπορεί να μην προχώρησε, όμως η ΕΥΔΑΠ είχε στο μεταξύ εξυγιάνει τα οικονομικά της και βρέθηκε με απρόσμενη ταμειακή ρευστότητα. Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Υποδομών που επικαλείται η εφημερίδα “Καθημερινή”, η επεξεργασία της βασικής ιδέας έχει ολοκληρωθεί. Αφορά την εξαγορά της ΕΥΑΘ από την ΕΥΔΑΠ μέσω χρηματιστηρίου (δηλαδή την επανακρατικοποίηση της ΕΥΑΘ), με παράλληλη διατήρηση της αυτονομίας των δύο εταιρειών. Στόχος είναι μέσω της εξαγοράς να δημιουργηθεί ένας ισχυρότερος όμιλος, που θα έχει τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε να μπορεί να προσελκύσει κεφάλαια για σημαντικές επενδύσεις. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία, μετά την αγορά ποσοστού άνω του 33,3% μιας εισηγμένης εταιρείας, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να καταθέσει δημόσια πρόταση εξαγοράς και στους υπόλοιπους μετόχους.
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία» 13/9/2014