Σε μια χώρα με 1.200.000 ανέργους οι 100.000 θέσεις εργασίας που δημιούργησαν έλληνες επενδυτές στη Βουλγαρία θα έπρεπε να προκαλεί τουλάχιστον προβληματισμό, για τους λόγους που η γειτονική χώρα προσελκύει ελληνικές επιχειρήσεις.
«Η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος επενδυτής στη Βουλγαρία τα τελευταία 20 χρόνια» ανέφερε ο Βούλγαρος Πρόεδρος Ρόσεν Πλέβνελιεφ κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας, την περασμένη εβδομάδα, επιβεβαιώνοντας ότι τα ελληνικά κεφάλαια στηρίζουν τη βουλγαρική οικονομία. Τι είναι αυτό που «διώχνει» τους έλληνες επιχειρηματίες από τη χώρα τους; Τι κίνητρα παρέχει η Βουλγαρία; Ποια καλά παραδείγματα της γειτονικής χώρας θα έπρεπε να ακολουθήσει και η Ελλάδα; «Σταθερότητα» και «συνέπεια» από πλευράς κράτους απαντούν εν χορώ οι εκπρόσωποι φορέων και οι επιχειρηματίες.
Έλλειψη ρευστότητας, έλειψη αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης, είναι τα αντικίνητρα που παρουσιάζει η Ελλάδα, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Μανώλη Βλαχογιάννη, ο οποίος εντοπίζει ως σημαντικότερα κίνητρα στη βουλγαρική πλευρά τη φορολογική σταθερότητα και τη συνέπεια του κράτους. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του παραρτήματος Β. Ελλάδας του Ελληνοβουλγαρικού Επιμελητηρίου, Χρήστο Καζαντζή, τα πέντε σημαντικότερα πλεονεκτήματα που έχουν όσοι επενδύουν στη Βουλγαρία είναι:
1ον. Δυνατότητα νομιμοποίησης και σύστασης εταιρείας (Μονοπρόσωπης, Ε.Π.Ε ή Α.Ε) σε διάστημα 10 ημερών με όλες τις φορολογικές διαδικασίες «κάτι το οποίο στην Ελλάδα διαρκεί μήνες»
2ον Ξεκάθαρο επενδυτικό περιβάλλον με ελάχιστη γραφειοκρατία σε όλα τα επίπεδα
3ον Φτηνό εργατικό κόστος
4ον 10% φόρος σε όλα τα κέρδη
5ον Δυνατότητες συνεργασίας με άλλες εταιρίες Ευρωπαϊκών χωρών που δραστηριοποιούνται επίσης στην Βουλγαρία.
—————————————————————————————————-
Πάνω από 6.000 ελληνικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σήμερα στη Βουλγαρία, οι οποίες συνεισφέρουν σημαντικά στην ανάπτυξη της βουλγαρικής οικονομίας. Οι επιχειρήσεις αυτές έχουν δημιουργήσει πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας στην οικονομία της Βουλγαρίας, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα ο Βούλγαρος Πρόεδρος Ρόσεν Πλέβνιεφ (φωτ).
Η Ελλάδα τη περίοδο 1998-2012, έχει πραγματοποιήσει πάνω από το 15% των άμεσων ξένων επενδύσεων που έχουν γίνει στη Βουλγαρία. Παρά την παρατεταμένη κρίση η Ελλάδα παραμένει μαζί με την Αυστρία και την Ολλανδία, ανάμεσα στους τρεις μεγαλύτερους άμεσους ξένους επενδυτές στη Βουλγαρία.
Την περίοδο 1998-2012, πάνω από 4 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύθηκαν από την Ελλάδα στη Βουλγαρία, εκ των οποίων:
το 43% στις τηλεπικοινωνίες,
το 36% σε επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών,
το 6% σε επιχειρήσεις τροφίμων και ποτών,
το 7% στη βιομηχανία και
το 8% στη μεταποίηση.
Πρόσφατη έρευνα του Ελληνβουλγαρικού Επιμελητηρίου καταδεικνύει ότι σε ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν δραστηριότητα τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Βουλγαρία το 65% του κύκλου εργασιών ελλήνων επιχειρηματιών προέρχεται από τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στη γείτονα. Άλλο ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας είναι ότι για κάθε ευρώ που η Ελλάδα επενδύει στη Βουλγαρία υπάρχει κατά μέσο όρο ένα κέρδος 22 λεπτών. «Τα κέρδη αυτά στη πλειονότητα τους δεν επιστρέφουν στην Ελλάδα λόγω σοβαρών προσκομμάτων στον επαναπατρισμό ελληνικών κεφαλαίων» εξηγεί ο αντιοπρόεδρος του Ελληνοβουλγαρικού Επιμελητηρίου και αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Χάρρυ Παπαπανάγος. Σύμφωνα με τον ίδιο, «πολλές από τις ελληνικές επενδύσεις ελληνικών επιχειρήσεων γίνονται μέσω παράκτιων κέντρων και φορολογικών παραδείσων. Για παράδειγμα, πολλές από τις ελληνικές επιχειρήσεις επενδύουν στη Βουλγαρία μέσω Κύπρου, Λιχνεστάιν και Λουξεμβούργου. Ως αποτέλεσμα, η Κύπρος, το Λιχνεστάιν και το Λουξεμβούργο εμφανίζονται ως περίοπτοι ξένοι επενδυτές στη Βουλγαρία, ενώ στη πραγματικότητα οι επενδύσεις αυτές έχουν γίνει από ελληνικές επιχειρήσεις».
Το κίνητρο των πρώτων εταιρειών που μετέφεραν την έδρα τους στη Βουλγαρία δεν ήταν η οικονομική επιβίωση, αλλά η αύξηση των κερδών. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 άρχισαν να «μετακομίζουν» οι μεγάλες υφαντουργίες και οι βιοτεχνίες φασόν, ακολούθησαν οι μεγάλες κατασκευαστικές, οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών, ηλεκτρονικού εμπορίου κλπ. Από την αρχή του έτους το ενδιαφέρον τους εκδήλωσαν εταιρείες παντός είδους (όσες τουλάχιστον διαθέτουν την απαραίτητη ρευστότητα για μια τέτοια μεταφορά): παραγωγής πλαστικού, φωτοβολταϊκών, τηλεπικοινωνιών, ιατρικών μηχανημάτων, τυπογραφικές, συστημάτων ασφαλείας, γαστρονομίας, κλπ. Σύμφωνα με την Εθνική Υπηρεσία Εσόδων της Βουλγαρίας, το 2011συνολικά 3.800 εταιρείες ελληνικών συμφερόντων έχουν αποδώσει φόρους στη Βουλγαρία, όταν πριν την έναρξη της οικονομικής κρίσης ο αριθμός τους δεν ξεπερνούσε τις μερικές εκατοντάδες, στοιχείο που φανερώνει ότι η τάση «μετανάστευσης προς τη Βουλγαρία ενισχύεται. Ένας επιπρόσθετος λόγος που »σπρώχνει» τις επιχειρήσεις στη Βουλγαρία είναι και ο ΦΠΑ. «Πολλές εταιρείες μεταφέρουν την έδρα τους στη Βουλγαρία και διατηρούν στην Ελλάδα φορολογικές αποθήκες για να περισώσουν την όποια ρευστότητα έχουν» αναφέρει ο αντιπρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Μανώλης Βλαχογιάννης. Η εξήγηση είναι απλή: Αν μια επιχείρηση πρέπει να αποδίδει στο κράτος το 23% των εσόδων της, την ώρα που ψάχνει ρευστό «με το κιάλι», επιλέγει τη μέθοδο της ενδοκοινοτικής παράδοσης, που δεν επιβαρύνεται με ΦΠΑ και εξυπηρετεί τους πελάτες της μέσω των εν Ελλάδι φορολογικών αποθηκών της.
Ψεκάστε- σκουπίστε τελειώσατε
Η διαδικασία για την ίδρυση εταιρείας είναι εξαιρετικά απλή. Σύμφωνα με το τελευταίο ενημερωτικό δελτίο (Ιούνιος 2012) του Γραφείου Οικονοµικών & Εµπορικών Υποθέσεων Σόφιας τα βήματα είναι τα ακόλουθα:
1. Καταχώρηση της εταιρείας στο εµπορικό µητρώο (χωρίς να απαιτείται πλέον δικαστική απόφαση). Το χρονικό διάστηµα που απαιτείται για την ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών µέχρι την τελική εγγραφή της
εταιρείας στο µητρώο υπολογίζεται σε περίπου 1 µήνα.
2. Μετά την one-stop εγγραφή στο εµπορικό µητρώο, η εταιρεία λαµβάνει έναν και μοναδικό κωδικό (Unified Identification Code), ο οποίος εξυπηρετεί κάθε συναλλαγή με το δηµόσιο (ασφαλιστικές εισφορές, εφορία κλπ) και δεν απαιτείται καµία επιπρόσθετη εγγραφή.
Το κόστος σύστασης εταιρείας στη Βουλγαρία ανέρχεται συνολικά .στα 500-ευρώ (συνυπολογίζεται η µετάφραση των σχετικών εγγράφων στην αγγλική, εκτός και αν ο ιδιοκτήτης της νέας εταιρείας είναι φυσικό .πρόσωπο, οπότε τα έξοδα µετάφρασης του διαβατηρίου του είναι ελάχιστα).
Το ελάχιστο απαιτούµενο κεφάλαιο για την ίδρυση εταιρείών είναι επίσης χαμηλό: 2 ευρώ για Εταιρεία Περιορισµένης Ευθύνης, 25.000 ευρώ για Ανώνυµη Εταιρεία (
Σταθερά ο φόρος στο 10%
Με τη φορολογική µεταρρύθµιση του 2007 ετέθη ως στόχος η ενίσχυση της ε.ιχειρηµατικότητας και η εξασφάλιση ενός διαφανούς και λειτουργικού φορολογικού συστήµατος σύµφωνα µε κοινοτικό δίκαιο. Τότε καταργήθηκε η .προοδευτική φορολογική κλίµακα στα φυσικά πρόσωπα και αντικαταστάθηκε από ενιαίο συντελεστή (flat tax) 10%, ο οποίος ισχύει και για την φορολόγηση των εταιρειών. Ο φόρος µερισµάτων είναι 5% και ο ΦΠΑ 20% εντός της Βουλγαρίας και µηδενικός προκειµένου για εξαγωγές και ενδοκοινοτικές προµήθειες. Τα ∆ηµοτικά Συµβούλια καθορίζουν το ακριβές ύψος των δηµοτικών φόρων και τελών- από 0,5% έως 2% σε όλα τα ακίνητα και από 1,3% έως 2,6% ο δηµοτικός φόρος µεταβίβασης ακινήτων. Το σημαντικότερο όλων; Ο φορολογικός συντελεστής 10% δεν εχει αλλάξει τα τελευταία 5 χρόνια.
Οι επιχειρήσεις, που έχουν επενδύσει σε υποβαθµισµένες περιοχές (όπου η ανεργία, κατά το .προηγούµενο έτος, ήταν σηµαντικά µεγαλύτερη του µέσου όρου στην χώρα), µπορούν να επωφεληθούν από ορισµένες φορολογικές διευκολύνσεις:
• Απαλλαγή µέχρι και 100% του εταιρικού φόρου (10%) .προκειµένου για βιοµηχανικές µονάδες, εγκατεστηµένες σε .περιοχές µε ανεργία µεγαλύτερη κατά 35% τουλάχιστον του µέσου όρου. Η εν λόγω απαλλαγή ισχύει για µία .πενταετία ανεξάρτητα από την εξέλιξη της ανεργίας.
• Μείωση του εταιρικού φόρου µέχρι το 10% επί της αξίας των .επενδύσεων, (µε την εξαίρεση των επιβατικών αυτοκινήτων), µε την προϋπόθεση ότι η επένδυση πραγµατο.οιείται σε .περιοχή µε ανεργία µεγαλύτερη κατά 50% του εθνικού µέσου όρου.
• Ειδική έκπτωση (αφαίρεση από τα κέρδη των αµοιβών και εργοδοτικών εισφορών µέχρι και 12 µηνών) για τις επιχειρήσεις .που .προσλαµβάνουν εγγεγραµµένους ανέργους.
Σήμερα λειτουργούν στη Βουλγαρία τρεις βιοµηχανικές ζώνες: Free Zone Ruse, Free Zone Vidin και Free Zone Svilengrad – η τελευταία κοντά στα σύνορα µε Ελλάδα και Τουρκία- τις οποίες διαχειρίζεται η κρατική “National Company Industrial Zones (NCIS)”. Οι επιχειρήσεις που επιλέγουν να εγκατασταθούν σε αυτές έχουν πρόσθετες διευκολύνσεις.
Μισθοί –Ασφαλιστικές εισφορές
Ο κατώτατος µηνιαίος µισθός, µετά τις τελευταίες αυξήσεις (01.05.2012), διαµορφώνεται στα 290 λέβα ή 148 ευρώ για κανονικό ωράριο εργασίας (8 ώρες/ηµέρα και 40 ώρες/εβδοµάδα) και σε 1,73 λέβα ανά ώρα εργασίας. Το α’ τρίµηνο 2012 ο µέσος µηνιαίος µισθός έφθασε στα 731 λέβα (365 ευρώ) µε µέσο ανώτερο τα 1.724 λέβα στον τηλεπικοινωνιακό τοµέα (862 ευρώ) και µέσο κατώτερο τα 475 λέβα στις υπηρεσίες εστίασης.
Η βουλγαρική νοµοθεσία κοινωνικής ασφάλισης έχει τροποποιηθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών. Σύµφωνα µε τις .πλέον .πρόσφατες ρυθµίσεις, οι µέσες ασφαλιστικές εισφορές ανέρχονται σε .περί του 31% του µεικτού µισθού και καταβάλλονται κατά 18% από τον εργοδότη και κατά 13% από τον εργαζόµενο.
Αγορά γης
Σύµφωνα µε το Σύνταγµα της Βουλγαρίας, απαγορεύεται η αγορά γης από αλλοδαπά φυσικά και νοµικά .πρόσωπα. Μπορούν, όµως, να αποκτήσουν κτίρια, διαµερίσµατα (χωρίς το αναλογούν .ποσοστό στην κοινόχρηστη γη του κτιρίου) και έχουν .περιορισµένα ιδιοκτησιακά δικαιώµατα (δικαίωµα χρήσης, κατασκευής κτλ.). Πάντως, το ως άνω συνταγµατικό εµπόδιο παρακάµτεται µε τη συνήθη πρακτική στη Βουλγαρία να συστήνονται εταιρείες από αλλοδαπούς µε αποκλειστικό σκοπό την αγορά γης, μια που βουλγαρικές εταιρείες µπορεί να ανήκουν 100% σε αλλοδαπούς και επιτρέπεται να αποκτούν κάθε είδους περιουσιακό δικαίωµα. Ως .προς τους .πολίτες ΕΕ, η Βουλγαρία διατηρεί τους .περιορισµούς στην αγορά γης:
Α) Για 5 χρόνια (από 1.1.2007) σε ό,τι αφορά τις δευτερεύουσες κατοικίες – συνε.ώς, από 1.1.2012 ο .περιορισµός αυτός έχει .αύσει να ισχύει.
Β) Για 7 χρόνια (από 1.1.2007) σε ό,τι αφορά την αγροτική γη, τα δάση και τις δασικές εκτάσεις.
—————————————————————————————————-
Αρχίζεις με 430 ευρώ
Στο διαδίκτυο έχουν δημιουργηθεί δεκάδες ιστοσελίδες γραφείων με έδρα τη Βουλγαρία, που παρέχουν πληροφόρηση σε άπταιστα ελληνικά σχετικά με τις ευκολίες ίδρυσης μιας επιχείρησης στη Βουλγαρία. Όλα ανεξαιρέτως προβάλουν τον χαμηλό φορολογικό συντελεστή 10% και την ευκολίά ίδρυσης μιας επιχείρησης.
Συνήθως αυτά τα γραφεία αναλαμβάνουν έναντι αμοιβής από 1.500 έως 3.000 ευρώ να διεκπαιραιώσουν τις διαδικασίες. Πολλά από αυτά προχωρούν και σε προσφορές πχ 440- 430 ευρώ για όλα τα έξοδα της ίδρυσης και καταγραφής της εταιρεία, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών τελών και της αμοιβή δικηγόρου, με τη διαβεβαίωση: «δεν έχουμε συμπληρωματικά ή κρυμμένα τέλη και έξοδα». Άλλα προβάλλουν τα φθηνά τέλη κυκλοφορίας (35 ευρώ ετησίως και από 25 έως 75 ευρώ ετησίως ο σχετικός φόρος στο δήμο) και τα φθηνά ασφάλιστρα (από 60 έως 120 ευρώ το χρόνο). Άλλα προτάσσουν τη φιλελεύθερη νομοθεσία όσον αφορά τις ξένες επενδύσεις ακινήτων.
Κατά μέσο όρο το μηνιαίο κόστος συντήρησης της Βουλγάρικης εταιρείας είναι:
α) 120 ευρώ για λογιστικές υπηρεσίες
β) 90 ευρώ για ασφαλιστική κάλυψη. Η ελάχιστη δυνατή είναι 90 €, και μπορεί να αρχίσει με την έκδοση του 1ου τιμολόγιου πώλησης.
γ) Η παροχή επαγγελματικής έδρας περιλαμβάνεται στο αρχικό ιδρυτικό πακέτο των 430-440 ευρώ
ΝΙΚΟΣ ΠΕΝΤΖΟΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΒΒΕ
«Παλεύουμε για την επιβίωση των επιχειρήσεων»
«Είναι σαν να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια» σχολίασε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Β. Ελλάδος, Νίκος Πέντζος, όταν του ζητήσαμε να συγκρίνει το επιχειρηματικό περιβάλλον στις δύο χώρες. «Το βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η αστάθεια. Αν υπήρχε σταθερό περιβάλλον κανείς επιχειρηματίας δεν θα άφηνε τη χώρα του, ακόμα και αν οι φορολογικοί συντελεστές ήταν 5-10% υψηλότεροι σε σχέση με τη Βουλγαρία» προσθέτει. Για τον πρόεδρο του ΣΒΒΕ, αυτή τη στιγμή οι επιχειρηματίες παλεύουν πρωτίστως για την επιβίωση τους, ενώ η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος είναι ένας πιο μακροπρόθεσμος στόχος. «Πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητας. Το κράτος χρωστάει στους ιδιώτες, οι οποίοι δεν μπορούν να πάρουν ούτε καν δάνεια από τις τράπεζες, συμψηφισμός οφειλών δεν γίνεται, ο ΦΠΑ δεν επιστρέφεται στις εξαγωγικές επιχειρήσεις. Οι ισολογισμοί αποκαλύπτουν ότι τα πράγματα είναι πολύ άσχημα. Οι αντοχές μας εξαντλήθηκαν, το ‘λίπος’ έχει τελειώσει. Αυτή είναι η τελευταία μας ευκαιρία» τονίζει. Εκτός από την αποκατάσταση της ρευστότητας, που αποτελεί πια όρο επιβίωσης, μείζον ζήτημα αποτελεί η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. «Ακόμα και αν η Ελλάδα είχε 10% φορολογικό συντελεστή σήμερα δεν θα προσέλκυε επενδύσεις. Χρειαζόμαστε ένα ήρεμο κλίμα. Χρειαζόμαστε σταθερότητα. Χρειαζόμαστε περισσότερα κίνητρα και λιγότερα αντικίνητρα» σημειώνει ο κ. Πέντζος. Κατά τον ίδιο, αν μειωθεί το κόστος ενέργειας που είναι πολύ υψηλό για τις επιχειρήσεις, μειωθεί κατά 25%-30% το μη μισθολογικό κόστος, που σήμερα αντιπροσωπεύει το 40% του κόστους εργασίας και αν καθιερωθεί ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, σχεδιασμένο με αναπτυξιακή και όχι φοροεισπρακτική λογική, τότε θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις όχι μόνο για να αποτραπεί η φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και να γίνει ελκυστική η χώρα μας σε ξένες επενδύσεις.
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ «ΦΑΙΔΩΝ»
«Η σταθερότητα σημαντικότερη από τα φτηνά εργατικά»
Με μια εικοσαετία λειτουργίας στο ενεργητικό της, η βιομηχανία ζαχαροπλαστικής «Φαίδων» δημιούργησε μια νέα μονάδα στη Βουλγαρία το 1992. Οι λόγοι που την οδήγησαν σε αυτή την κίνηση ήταν η ανάγκη της εταιρείας ήταν να διεισδύσει στη Βουλγάρικη αγορά αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης . «Η βασική διαφορά Ελλάδας – Βουλγαρίας είναι η σταθερότητα στο φορολογικό καθεστώς από βουλγαρικής πλευράς. Αυτό είναι πολύ βασικό για τον προγραμματισμό μιας εταιρείας. Στην Ελλάδα οι πάσης φύσεως φορολογικές επιβαρύνσεις απορροφούν το 55% των καθαρών κερδών» αναφέρει ο διευθυντής μάρκετινγκ και πωλήσεων της εταιρείας Στάθης Γιαχανατζής. Τον ρωτάμε γιατί η εταιρεία δεν προτίμησε να μεταφέρει τη βασική παραγωγική της μονάδα, στη Νέα Σάντα Κιλκίς, λίγα χιλιόμετρα παραπέρα, όπου εκτός των άλλων είναι χαμηλότερο και το εργατικό κόστος. «Οι βιομηχανίες τροφίμων δεν είναι τόσο επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας όσο εντάσεως κεφαλαίου. Οι επενδύσεις που είχαμε κάνει εδώ έθεσαν τις προϋποθέσεις για μεγαλύτερη παραγωγικότητα και ως εταιρεία θέλαμε να ενισχύσουμε την ελληνική παραγωγή» εξηγεί. Κατά τον ίδιο οι επιχειρήσεις δεν θα έφευγαν από την Ελλάδα, με μόνο κίνητρο τα φτηνά εργατικά χέρια, «αν είχαμε ένα ήρεμο περιβάλλον, λιγότερη γραφειοκρατία, μικρότερη φορολογική επιβάρυνση».
Σοφία Χριστοφορίδου sofiachristoforidou@yahoo.gr
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» 8/7/2012 http://www.makthes.gr/news/economy/90602/