Είμαστε το σχολείο μας;

Η πρώτη μου σχολική αίθουσα ήταν μια αποθήκη. Τα παιδιά της γενιάς του 1975 ήταν πολλά, και η τάξη “έσπασε” σε δύο τμήματα. Χώρος δεν υπήρχε και έτσι διαμόρφωσαν ένα μικρό αποθηκάκι στο ισόγειο. Ήμασταν καμιά εικοσαριά πεντάχρονα πιτσιρίκια σε εκείνη την αίθουσα- κλουβί. Με μία εξαίρεση. Η Ελένη ήταν μεγαλύτερη. Ήμασταν μαζί στην ίδια σειρά στην παρέλαση- στην τελευταία. Εγώ γιατί ήμουν κοντή, η Ελένη υποψιάζομαι για άλλους λόγους.

12746197_10206901817998921_348680692_n
Ήταν ένα κορίτσι με σύνδρομο Down. Τα παιδιά τη φωνάζαν “χοντρό-Ελένη”. Τότε ήμουν πεποισμένη ότι το τραγουδάκι “η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουνε οι φιλενάδες της» είχε γραφτεί για τη δικιά μας Ελένη.   Τώρα που το σκέφτομαι το «Σήκω απάνω, πλύνε τα ματάκια σου, κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησέ μας» επιβεβαιώθηκε κατά κάποιο τρόπο. Την επόμενη χρονιά της ήρθε περίοδος της Ελένης και δεν τη στείλαν ξανά στο σχολείο. Έτσι μου είπαν, κάποια στιγμή όταν ήμουν λίγο μεγαλύτερη, αλλά όχι αρκετά μεγάλη για να καταλάβω. Μετά ξεχάστηκε η Ελένη, κι αργότερα η οικογένειά της έφυγε από το χωριό.

Η δασκάλα μας στην πρώτη δημοτικού ήταν η κυρία Μαρία. Δεν θυμάμαι πως ήταν στην πραγματικότητα, θυμάμαι πως έχει εντυπωθεί στη μνήμη μου: μελαχρινή, με μαλλί μαύρο κατσαρό, αλά Νταϊάνα Ρος. Είχε κάτι τρομαχτικό η εμφάνισή της. Ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που προσπάθησα να «κλέψω», γιατί δεν θυμόμουν με πόσα “π” γράφεται η λέξη παππούς. Κοίταξα από τον διπλανό μου, τον Αντζι (περίεργο που τον θυμάμαι, κι ας έμεινε μόνο δυο χρόνια στο σχολείο μας). Κάνεις δεν μπορούσε να ξεφύγει από το βλέμμα της κυρίας Μαρίας, ειδικά αν λόγω ύψους κάθεται στο πρώτο θρανίο, όπως εγώ. Με είδε και με μάλωσε. Ή έτσι το θυμάμαι εγώ, που ένιωσα να γίνομαι ρεζίλι των σκυλιών. Έκτοτε δεν επιχείρησα να κλέψω ξανά. Tη σκέφτομαι πολλές φορές όταν γράφω τη λέξη “παππούς”. Κυρίως θυμάμαι τις γόβες της. Γιατί η κυρία Μαρία έβγαζε τις γόβες της, τις έβαζε πάνω στην έδρα και όταν κάναμε φασαρία ή κάποια ζαβολιά μας χτυπούσε με αυτές στο κεφάλι.

Κάπως έτσι, ξεκίνησε η καριέρα μου στα θρανία. Από μια αποθήκη όπου κυριαρχούσε ο φόβος.

Μετά από αυτή την εμπειρία η δευτέρα δημοτικού ήταν όαση. Το 1982 εφαρμόστηκε το μονοτονικό σύστημα και γλιτώσαμε από τα αριστερά και δεξιά φεγγαράκια. Πήγαμε σε μια κανονική αίθουσα, με κολλημένες χρωματιστές κάρτες με εικόνες “Λολα να ένα μήλο”. Το καλύτερο: είχαμε για δασκάλα την κυρία Μυρτώ. Είχε ωραίο όνομα, ήταν από την Ερμούπολη της Σύρου (πα να πει από κάποιο όμορφο, εξωτικό μέρος), ήταν καλή μαζί μας και… δεν φορούσε γόβες. Η κυρία Μυρτώ αγαπούσε πολύ την πατρίδα και φρόντισε να μας το εμφυσήσει λέγοντας μας ότι όταν γίνεται έπαρση ή υποστολή σημαίας, ή όταν ακούμε τον εθνικό ύμνο πρέπει να στεκόμαστε προσοχή. Να κοκαλώνουμε. “Κι αν έρχεται φορτηγό από απέναντι;” τη ρώτησα κάποτε. «Κόκαλο. Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από την σημαία. Και το φορτηγό θα σταματήσει», με διαβεβαίωσε. Τώρα που το σκέφτομαι, η κυρία Μυρτώ δεν θα ήταν κατάλληλη για μάθημα κυκλοφοριακής αγωγής… Αλλά τότε τη θαύμαζα. Ήταν θαρραλέα, ήταν ατρόμητη (και όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, τυχερή, αφού δεν την είχε πατήσει φορτηγό).

Θα ακολουθούσε στην τρίτη και την τετάρτη η κυρία Ραλλου- με εξωτικό όνομα, γκρίζα μαλλιά και τη συνήθεια να μας βαράει με τον χάρακα. Στην πέμπτη και την έκτη είχαμε έναν ρασοφόρο παπαδάσκαλο, που μας έβαζε να τραγουδάμε το “Υπερμάχω” στην πρωινή προσευχή και το απολυτίκιο του Αγίου Γρηγορίου στην τάξη. Καθάριζε τα αυτιά του με το κλειδί του αυτοκινήτου κι είχα την αίσθηση ότι όλα τα μαθήματα με κάποιο τρόπο συνδεόταν με τα θρησκευτικά. Κι η γλώσσα, και το «εμείς κι ο κόσμος», για μην πω και η γυμναστική. Είχαμε μια συμμαθήτρια κάπως ανεπτυγμένη και σε πρόωρη εφηβεία. Μια φορά, δεν θυμάμαι με ποια αφορμή, την είχε αποκαλέσει “τσούλα”- ήταν μια λέξη που δεν ήξερα τότε, αλλά έγινε σούσουρο στην τάξη και φαντάστηκα ότι ήταν κάτι πολύ κακό. Ένιωσα να ντρέπομαι για λογαριασμό του.

Όταν βλέπω καμιά φορά αναρτήσεις στο διαδίκτυο γεμάτες φοβικότητα, άγνοια, υστερία, θεωρίες συνωμοσίας και άλλα συναφή, σκέφτομαι τι είδους σχολικά χρόνια να πέρασαν; Ποιους δασκάλους είχαν; Πόσο να τους έχουν επηρεάσει; Και τελικά είμαστε το σχολείο μας;

Στη δική μου περίπτωση, ελπίζω πως όχι. Όχι μόνο.

Σχολιάστε