Φοιτήτρια ετών 71: «Θέλω να μάθω για την κοινωνία σήμερα, αυτό με καίει»

«Πόσο έχει το εισιτήριο για Μυτιλήνη;» τη ρώτησα όσο περιμέναμε το λεωφορείο. «Φοιτητικό κόβεις, φοιτητρια είσαι;” με ρώτησε. «Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο αλλά είμαι αρκετά μεγάλη για να είμαι φοιτήτρια» της απάντησα, για να ανακαλύψω στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο πόσο μεγάλη βλακεία ξεστόμισα. Η λεπτοκαμωμένη, κομψή κυρία με τα κοντά κουρεμένα λευκά μαλλιά, ήταν! “Κι εγώ πέρσι πήρα το μεταπτυχιακό μου” είπα για να μαζέψω τα ασυμμάζευτα. Στο λεωφορείο καθίσαμε δίπλα και είπε “συγγνώμη” γιατί η ίδια έκοβε μισό, αλλά κατα βάθος νομίζω ότι καμάρωνε.

Η κυρία Νίκη Λαζάρου γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 1944, στο Μανταμάδο, ένα χωριό 50 χιλιόμετρα από τη Μυτιλήνη. “Όταν ήμουν 2-3 ετων φύγαμε για Μυτιλήνη, γιατί οι αντάρτες είχαν βάλει στο μάτι τον μπαμπά μου, θα τον σκότωναν”. Αυτή ήταν η πρώτη μετανάστευση στη ζωή της.  Δεν ήθελε ποτέ της να φύγει από το νησί, κι όμως έζησε τριάντα χρόνια στο “Τζοχάνεσμπουργκ”.  “Πως τα φέρνει η ζωή… Ο γαμπρός μου ήταν ναυτικός. Κάποτε επιασε Νότια Αφρική και άρχισε να δουλεύει στο σουπερμαρκετ ενός Έλληνα με προσωρινή άδεια. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα για να βγάλει κανονική άδεια, αρραβωνιάστηκε με την αδερφή μου την Κατερίνα. Τότε μας είπε ότι γνώρισε κάτω έναν μυτηλινιό που ψάχνει κορίτσι από το νησί μας να παντρευτεί. Εγώ δεν είχα προίκα, δεν είχα σπίτι, δεν είχα τίποτα, έτσι δεν θα με έπαιρνε κανείς. Οι γονείς μας σκέφτηκαν να μας στείλουν και τις δυο στη Νότια Αφρική, για να έχει η μία την άλλη. Τελικά αυτουνού δεν την εγκρίναν την άδεια και έφυγα μόνον εγώ”. Ήταν 21 ετών όταν έφυγε απο το νησί της, το 1955. Ο άντρας της, 32 ετών τότε, είχε κάνει τη δική του διαδρομή ως μετανάστης. Έφυγε αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από τη Λέσβο, αρχικά για τη Βραζιλία και από εκεί για τη Νότια Αφρική. “Ηταν τεχνίτης, tool maker. Αργότερα έκανε ένα εργοστάσιο που έφτιαχνε καλούπια για χειροβομβίδες, συνεταιρικά με έναν Έλληνα και έναν Αφρικανό, και μετά μόνος του. Στα οχτώ χρόνια γάμου παθαίνει το πρώτο του έμφραγμα. Πέφτω στα γόνατα και παρακαλώ τον Άγιο Νεκτάριο να του δώσει άλλα οκτώ χρόνια ζωής, να μεγαλώσουν λίγο τα παιδιά μου. Και πράγματι έζησε άλλα οκτώ χρόνια…  Καμια φορά σκέφτομαι ‘κι αν του ζητούσα να ζήσει παραπάνω’; Καταλάβαινε κι ο άνδρας μου ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να δουλεύει και είχε συμφωνήσει να πουλήσει το εργοστάσιο. Το επόμενο πρωί θα υπογράφαν τα συμβόλαια. Το βράδυ- από τη χαρά του; ποιος ξέρει- έπαθε κι άλλο έμφραγμα κι έμεινε στον τόπο”.

Στα 37 της η κυρία Νίκη μένει χήρα με δυο παιδιά στην αρχή της εφηβείας. “Βγήκα στη δουλεια, σε ένα εργοστάσιο γουνας που είχε ένας Έλληνας. Όταν ο γιος μου μεγάλωσε και θα πήγαινε στο στρατό, έπρεπε να παντρευτώ. Για μια γυναίκα μόνη, με μια κόρη, θα ήταν δύσκολα αν έμενα μόνη στη Νότιο Αφρική”. Πήγε στην καθολική εκκλησία της περιοχής της, που λειτουργούσε τότε και ως γραφείο γνωριμιών, και έδωσε τα στοιχεία της και τι ειδους άνθρωπο ψάχνει. Μετά από τρεις ώρες πήγε για τον ίδιο λόγο και ο Τομ, ένας Ιρλανδός εκπαιδευτικός που ζούσε στο Γιοχάνεσμπουργκ. Δεύτερος γάμος από προξενειό- το αντίθετο θα ήταν η εξαίρεση. Και για τους δυο συζύγους η κυρία Νίκη μιλά με αγάπη.

Όταν τα παιδιά της μεγάλωσαν κι ακολούθησαν το δικό τους δρόμο, αποφάσισε να επιστρέψει στο νησί της. “Μπορεί να ακούγομαι σκληρή, αλλα δεν το μετανιώνω που τα άφησα” λέει, σαν να έχει ανάγκη να απολογηθεί σε μια άγνωστη που συνάντησε στο δρόμο. “Πηγαίνω όμως και τα βλέπω”. Η κόρη της έμεινε στη Νότια Αφρική και έγινε αρχιτέκτονας, ο γιος της πολιτικός μηχανικός και ζει στην Αυστραλία. Και η ίδια με τον Ιρλανδό σύζυγο στη Μυτιλήνη.

“Ήμουν του δημοτικού. Ο πατέρας μου δεν μπορούσε εκείνα τα χρόνια να με στείλει στο γυμνάσιο. Έπρεπε να μεγαλώσω και να πανρευτώ. Όταν επέστρεψα πια στο νησί, μια μέρα ήρθε η αδελφή μου στο σπίτι και μου είπε ότι την απέρριψαν από ένα σεμινάριο γιατί δεν είχε απολυτήριο. Αποφασίσαμε να πάμε μαζί στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας. Ήμουν 64 ετών τότε, το είχα συζητήσει με τον Τομ, τον άντρα μου, ο οποίος με παρότρυνε. Η αδελφή μου και δυο – τρεις φίλες της σταμάτησαν μετά από ένα μήνα, αλλά εγώ συνέχισα για να πάρω το απολυτήριο». Τελείωσε το εσπερινό γυμνάσιο, το λύκειο, έδωσε πανελλαδικές εξετάσεις και πέρασε στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Μόνο που της έμεινε ένα παράπονο. “Εγώ ήθελα να σπουδάσω Κοινωνιολογία. Εμένα δε με ενδιέφεραν τα παλιά, τι κάναν άλλες κοινωνίες στο παρελθόν, θέλω να μάθω για την κοινωνία σήμερα, αυτό με καίει. Αλλά τουλάχιστον χαίρομαι γιατί μαθαίνω για άλλους πολιτισμους! Θα μπορουσαμε να συζητάμε επί ώρες, αλλά το λεωφορείο έφτασε στο σταθμό των ΚΤΕΛ.

«Όταν ξανάρθεις στο νησί θα ρθεις να σε φιλοξενήσω. Τι αστερισμός εισαι;». «Αιγόκερως» της απαντώ. «Κι εγώ! Θα σε περιμένω την άλλη φορά».

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Φοιτήτρια ετών 71: «Θέλω να μάθω για την κοινωνία σήμερα, αυτό με καίει»

  1. Reblogged στις Sophie's Stories και σχολίασε

    Εγώ ήθελα να σπουδάσω Κοινωνιολογία. Εμένα δε με ενδιέφεραν τα παλιά, τι κάναν άλλες κοινωνίες στο παρελθόν, θέλω να μάθω για την κοινωνία σήμερα, αυτό με καίει. Αλλά τουλάχιστον χαίρομαι γιατί μαθαίνω για άλλους πολιτισμους”!

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s