Αποκωδικοποίηση του ασφαλιστικού: Κερδισμένοι οι νυν, χαμένοι οι επόμενοι

Της Σοφίας Χριστοφορίδου
christoforidou@makthes.gr
Το σχέδιο νόμου τραβά μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ όσων υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδότησης έως 31/12/2015 και όσων υποβάλλουν από τον Ιανουάριο και έπειτα. Το «μάρμαρο» του ασφαλιστικού θα πληρώσουν όσοι βρίσκονται ένα βήμα πριν από τη συνταξιοδότηση και οι επόμενες γενιές, όχι μόνο επειδή αυξάνονται τα όρια ηλικίας και επειδή ποσό της σύνταξης θα υπολογιστεί επί του συνόλου του ασφαλιστικού βίου και όχι της τελευταίας πενταετίας (οδηγώντας σε μειωμένα ποσά σύνταξης), αλλά και επειδή χάνεται η όποια ανταποδοτικότητα. Με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση ωφελημένοι βγαίνουν όσοι έχουν λίγα χρόνια ασφάλισης και πλήρωσαν λιγότερες εισφορές, εις βάρος όσων έχουν καταβάλει μεγαλύτερες εισφορές και για περισσότερα χρόνια, αφού η διαφορά στη σύνταξη που θα πάρουν οι μεν σε σχέση με τους δε θα είναι τελικά πολύ μικρή. Έτσι το σύστημα δεν παρουσιάζει ανταποδοτικότητα, αντιθέτως παρέχει στοχευμένη προστασία σε εργαζόμενους που δεν έχουν επαρκή χρόνο ασφάλισης.

Παράλληλα, σε μια προσπάθεια να φανεί συνεπής στην πολιτική της δέσμευση και στο κομματικό της ακροατήριο, η κυβέρνηση αποφάσισε να μην εφαρμόσει στους σημερινούς συνταξιούχους τις περικοπές που θα επωμιστούν όσοι συνταξιοδοτηθούν από εδώ και πέρα. Προς όφελος των νυν και εις βάρος των μελλοντικών συνταξιούχων, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το «τέχνασμα» της προσωπικής διαφοράς, για να ξεπεράσει τον σκόπελο της απόφασης του ΣτΕ (που έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές συντάξεων μετά το 2012). Οι περικοπές αυτές παγιώνονται μεν, αλλά οι σημερινοί συνταξιούχοι δεν θα δουν τις συντάξεις τους να μειώνονται από τον επανυπολογισμό (εν αντιθέσει με όσους βγουν από εδώ και πέρα που θα λάβουν σύνταξη με το νέο σύστημα υπολογισμού). Το πρόβλημα κρύβεται προσωρινά κάτω από το χαλί. Αν τυχόν το 2018 οι νέες συντάξεις εξακολουθούν να είναι μικρότερες σε σχέση με αυτές των σημερινών συνταξιούχων, η τότε κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του κλεισίματος της ψαλίδας προς τα κάτω.

Με το νέο σύστημα η σύνταξη αποτελείται από την εθνική σύνταξη στην οποία προστίθεται ό,τι έχει μαζέψει κανείς από τις εισφορές του (ανταποδοτική σύνταξη). Αν και το ποσό της εθνικής σύνταξης έχει οριστεί στα 384 ευρώ, υπάρχουν περιπτώσεις που αυτό μειώνεται έως και τα 180 ευρώ, σε περιπτώσεις συντάξεων θανάτου και αναπηρικών συντάξεων με μειωμένα ποσοστά αναπηρίας. Η «ΜτΚ» επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τα θολά σημεία του ασφαλιστικού νομοσχεδίου με τη βοήθεια του δικηγόρου Γιάννη Σωπασή, δικηγόρου ειδικευμένου στα ασφαλιστικά θέματα, παρουσιάζοντας βασικές ερωτήσεις και απαντήσεις.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ

Ποιο είναι το ποσό της εθνικής σύνταξης;
Για την πρώτη εφαρμογή του νόμου το ποσό έχει οριστεί στα 384 ευρώ, αλλά μπορεί να είναι μικρότερο κατά περίπτωση.

Ποιος δικαιούται την εθνική σύνταξη;
Η εθνική σύνταξη δίνεται ολόκληρη στα 67 χρόνια σε όσους ασφαλισμένους έχουν τουλάχιστον 15 χρόνια ασφάλισης.

Μπορεί να πάρει κάποιος την εθνική σύνταξη νωρίτερα από τα 67;
Ναι, αν στα 62 έτη έχει συμπληρώσει 40 χρόνια ασφάλισης, ή στα χαμηλότερα όρια συνταξιοδότησης όπου υπάρχουν.

Μπορεί η εθνική σύνταξη να είναι μικρότερη των 384 ευρώ;
Το ποσό των 384 ευρώ μειώνεται αναλογικά στις περιπτώσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος σε μειωμένη σύνταξη, λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας.
Για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης αφαιρείται το 1/200 της εθνικής σύνταξης. Για συνταξιοδότηση με μειωμένη σύνταξη δύο χρόνια πριν τη συμπλήρωση του ορίου η εθνική σύνταξη θα είναι στα 338 ευρώ.

Η εθνική σύνταξη των 384 ευρώ είναι διασφαλισμένη για τους αναπήρους;
Για όσους λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη λόγω αναπηρίας, το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης δίνεται μόνο αν το ποσοστό αναπηρίας είναι άνω του 80%. Για ποσοστά αναπηρίας 67%-79,99% δίνονται τα τρία τέταρτα της εθνικής σύνταξης, δηλαδή 290 ευρώ, και για ποσοστά αναπηρίας 50%-66,99% δίνεται το μισό της εθνικής σύνταξης, δηλαδή 192 ευρώ! Οι προσαρμογές αυτές δεν έχουν εφαρμογή σε όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τον ν. 612/1977 και το π.δ. 169/2007.

Αν ο ασφαλισμένος δικαιούται πλέον της μίας σύνταξης, πόσες φορές υπολογίζεται η εθνική σύνταξη;
Μία. Στις υπόλοιπες συντάξεις δίνεται μόνο το ανταποδοτικό μέρος. Σε περίπτωση μίας πλήρους και μίας μειωμένης σύνταξης, το ποσό της εθνικής σύνταξης είναι πλήρες.

Δίνεται η εθνική σύνταξη σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου;
Ναι, αλλά όχι πλήρης. Υπολογίζεται με βάση το δικαιούμενο ποσοστό σύνταξης λόγω θανάτου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ασφαλιστικού φορέα προέλευσης. Το σύνηθες είναι 70% για τον/τη σύζυγο και 20% για κάθε παιδί.
Η σύνταξη θανάτου συμπληρώνεται με το ανταποδοτικό μέρος, με βάση τον αριθμό ενσήμων του αποθανόντα.

Αν κάποιος είναι 67 ετών αλλά έχει λιγότερα από 15 έτη ασφάλισης, λαμβάνει εθνική σύνταξη;
Δεν υπάρχει σχετική αναφορά στο σχέδιο νόμου για το αν θα δοθεί αναλογική σύνταξη σε όσους έχουν λιγότερα από 4.500 ένσημα, σε αντίθεση με τον ν. 3863/2010, όπου υπήρχε σχετική πρόβλεψη αλλά δεν εφαρμόστηκε.

Τι γίνεται με τους ανασφάλιστους άνω των 67 ετών;
Εάν κάποιος δεν δικαιούται να λάβει σύνταξη, δικαιούται μηνιαίου επιδόματος κοινωνικής αλληλεγγύης ανασφάλιστων υπερηλίκων 360 ευρώ, εφόσον το ετήσιο ατομικό εισόδημα δεν υπερβαίνει τα 4.320 ευρώ ή το οικογενειακό τα 8.640 ευρώ. Τα επιδόματα αυτά δεν δίνονται από πόρους των ασφαλιστικών ταμείων αλλά από τον προϋπολογισμό.

Η ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ
Το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης προκύπτει από τις συντάξιμες αποδοχές, τον χρόνο ασφάλισης και τα ποσοστά αναπλήρωσης.

Πώς υπολογίζονται οι συντάξιμες αποδοχές με βάση το νέο σύστημα;
Για τους μισθωτούς είναι ο μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου. Για τους αυτοαπασχολούμενους και τους αγρότες υπολογίζονται α) οι μέχρι σήμερα ασφαλιστικές κατηγορίες βάσει των οποίων υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές και μετά τη δημοσίευση του νόμου β) το εισόδημα το οποίο υπόκειται σε εισφορές (από 0-15 χρόνια 0,8%, 15-18 χρόνια 0,92%, 18-21 χρόνια 1,04%, 21-24 χρόνια 1,16%, 24-27 χρόνια 1,29%, 27-30 χρόνια 1,42%, 30-33 χρόνια 1,55%, 33-36 χρόνια 1,69%, 36-39 χρόνια 1,84%, 39-42+ χρόνια 2%).
Ας πάρουμε παράδειγμα έναν εργαζόμενο με 15 χρόνια εργασιακού βίου με μέσο μισθό 1.000 ευρώ. Πολλαπλασιάζοντας τα 15 έτη με τον συντελεστή αναπλήρωσης 0,8% προκύπτει ένας νέος συντελεστής 0,12, που αν πολλαπλασιαστεί με το μέσο εισόδημα προκύπτει το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης 120 ευρώ. Σε αυτό προστίθεται η εθνική σύνταξη 384 ευρώ (όταν ο συνταξιούχος φτάσει τα 67 έτη), δηλαδή συνολικό ποσό 504 ευρώ.

Τι διαφορά υπάρχει σε σχέση με προηγούμενα συστήματα;
Αντί να υπολογίζονται τα τελευταία πέντε χρόνια (που κατά κανόνα ο εργαζόμενος έχει μεγαλύτερο μισθό και εισφορές) ή η καλύτερη μισθολογική διετία όπως ίσχυε σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, η σύνταξη υπολογίζεται για το σύνολο του εργασιακού βίου, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος να μειώνεται.

Τι χάνει κάποιος που θα επιλέξει να βγει σε μειωμένη σύνταξη;
Το πρόστιμο είναι 6% επί της πλήρους σύνταξης για κάθε έτος από τα 62 ως τα 67 χρόνια, και ένα επιπρόσθετο 10%. Δηλαδή αν βγει κάποιος σε μειωμένη σύνταξη στα 62, χωρίς να έχει συμπληρώσει 40 χρόνια εργασίας, το ποσό της σύνταξης που θα λαμβάνει εσαεί θα είναι κατά 40% μειωμένο σε σχέση με την πλήρη σύνταξη. Όταν θα γίνει 67 ετών, το πρόσθετο πέναλτι 10% θα αφαιρεθεί (όχι όμως και το υπόλοιπο 30%). Επίσης σ’ αυτή την περίπτωση δεν θα υπολογίζεται εφ’ όρου ζωής το ποσό της εθνικής σύνταξης.

Τι θα ισχύσει για τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις;
Θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα. Ο επανυπολογισμός δεν θα οδηγήσει σε μείωση συντάξεων, επειδή θα εφαρμοστεί η προσωπική διαφορά.

Τι είναι η προσωπική διαφορά;
Ο Α πρόλαβε να πάρει σύνταξη με το προηγούμενο καθεστώς 1.000 ευρώ. Ο Β με τους ίδιους ακριβώς όρους αλλά μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου θα λάβει 920. Ο Α θα συνεχίσει να λαμβάνει 1.000 ευρώ. Η διαφορά 80 ευρώ είναι η προσωπική διαφορά. Αν υποτεθεί ότι η οικονομία πάει καλά και ο Β πάρει αύξηση, η σύνταξη του Α θα παραμείνει «παγωμένη» στα 1.000 ευρώ μέχρι το 2018. Αν μέχρι τότε η σύνταξη του Β έχει φτάσει τα 1.000 ευρώ και δοθούν και νέες αυξήσεις στο μέλλον, τότε θα ξεπαγώσει και η σύνταξη του Α.

Τι διαφορά έχει ένας ασφαλισμένος που κατέθεσε αίτηση συνταξιοδότησης στις 31-12-2015 από κάποιον που θα καταθέσει από εδώ και πέρα;
Όσοι πρόλαβαν να καταθέσουν αίτηση συνταξιοδότησης έως τις 31-12-2015 θα βγουν στη σύνταξη με τα νέα όρια ηλικίας που ισχύουν από 16-8-2015 αλλά με το παλιό σύστημα υπολογισμού των συντάξεων (νόμος Κουτρουμάνη).
Αντίθετα, όσοι υποβάλλουν αίτηση από εδώ και πέρα (ακόμη και όσοι είχαν ήδη θεμελιώσει το δικαίωμα σύνταξης) θα πάρουν σύνταξη και με τα νέα αυξημένα όρια ηλικίας και με τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων που οδηγεί σε μειώσεις.

Για παράδειγμα, ένας ασφαλισμένος με μέσο μισθό 1.000 ευρώ και 30 χρόνια ασφαλιστικού βίου θα πάρει σύνταξη της τάξης των 800 ευρώ (με επικουρική), αν πρόλαβε να υποβάλει αίτηση μέχρι και πέρσι, ενώ αν καθυστέρησε θα λάβει περίπου 160 ευρώ λιγότερα. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες οι μειώσεις θα κυμαίνονται από 70 έως 200 ευρώ.

 

Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής»  στις 10 Ιανουαρίου 2016 http://www.makthes.gr/news/GR/Politiki_Oikonomia/Politiki_LOikonomia/Asfalistiko__Oi_omiroi__oi_epivarymenoi__oi_apegnosmenoi

 

 

Σχολιάστε